Σάββατο 20 Μαΐου 2023

Η νουβέλα «Μάλο Μόμε» - Μικρό κορίτσι, της Χαρούλας Αποστολίδου…

  Τη Χαρούλα Αποστολίδου τη γνώρισα στη Λέσχη Ανάγνωσης στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Δήμου Θεσ/νίκης, όπου έγινε η βιβλιοπαρουσίαση του βιβλίου της «Μάλο Μόμε - Μικρό κορίτσι», με ομιλήτριες την Αθηνά Παπανικολάου, φιλόλογο - συγγραφέα και Ξένια Κοσμίδου, σύμβουλο Ψυχικής Υγείας.
  Η Χαρούλα Αποστολίδου είναι φιλόλογος και θεατρική συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Μελίτη της Φλώρινας και ζει στο Φίλυρο Θεσσαλονίκης. Είναι απόφοιτη του Τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, του Θεατρικού Εργαστηρίου «Θέσπις» και του σεμιναρίου Θεατρικής Γραφής του Κρατικού Θεάτρου Βόρειας Ελλάδας. Με τη θεατρική γραφή άρχισε να ασχολείται το 2006.
  Το πρώτο της θεατρικό έργο, «Πού είναι ο Τάσος που ερωτεύτηκα;», απέσπασε το 2ο βραβείο στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό - στην κατηγορία των νέων θεατρικών συγγραφέων - του Υπουργείου Πολιτισμού, το 2008. Το έργο παρουσιάστηκε στο Κ.Θ.Β.Ε., σε σκηνοθεσία Γ. Κιουρτσίδη και σκηνογραφία Γ. Πάτσα, το 2008. Για το ίδιο έργο, της απονεμήθηκε Έπαινος από την Ελληνική Εθνική Επιτροπή της UNESCO και το Athens University of Indianapolis.
  Το βιβλίο «Μάλο Μόμε» της Χαρούλας Αποστολίδου, μ’ ένα απίστευτο εύρος συναισθημάτων, χορεύει με τα βιώματά της, για να συναντήσει το παρελθόν της, την παιδική της ηλικία και τις μνήμες της από τη γενέτειρά της, τη Μελίτη Φλώρινας και να ξετυλίξει το κουβάρι της μετανάστευσης μ’  αυτούς που έφυγαν, αλλά και μ’ αυτούς που έμειναν…
  Παραθέτω την ομιλία της κυρίας Ξένιας Κοσμίδου, συμβούλου Ψυχικής Υγείας, η οποία κατάγεται από τη Μελίτη, και εργάζεται στη Φλώρινα.
Μάνα και Κόρη: δυο Μικρά Κορίτσια
  «Απρίλης 2002. Γερμανία. Εγώ, κόρη οικονομικής μετανάστριας στη δεκαετία του ’60 και συνάμα μεταπτυχιακή μετανάστρια στη δεκαετία του ’90, μετεκπαιδεύομαι στη Συστημική Συμβουλευτική και Θεραπεία Οικογένειας.
  Σε ένα βιωματικό εργαστήριο εφαρμογής της Αναπαράστασης Οικογένειας (γνωστής μεθόδου στη Συμβουλευτική και στην Ψυχοθεραπεία), καλούμαι να «αναπαραστήσω» τη δική μου οικογένεια καταγωγής ως εξής:
  Στη μέση του κύκλου που σχηματίζουν οι συμμετέχοντες, στη «σκηνή», τοποθετώ επιλέγοντας μεταξύ των άλλων εκπαιδευόμενων τα μέλη της οικογένειάς μου, στη δική μου περίπτωση τη μητέρα μου και τους δύο μεγαλύτερους αδερφούς μου.
  Στη θέση των μελών που είχαν φύγει από τη ζωή τοποθετούνται άδειες καρέκλες. Αφού έχω σκηνοθετήσει τη στάση και τις αποστάσεις των τριών ανθρώπων, τοποθετώ μία καρέκλα για τον νεκρό πατέρα μου και ακριβώς δίπλα της δύο καρέκλες τη μία πάνω στην άλλη για τη νεκρή γιαγιά μου, τη μητέρα του.
  Η διαδικασία περιλαμβάνει την έξοδό μου από τον κύκλο και την περιφερειακή του παρατήρηση και διήγηση με τη συνοδεία του εκπαιδευτή μας. Καθώς διηγούμαι δεδομένες για εμένα καταστάσεις και σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειάς μου, δέχομαι την ερώτηση από τον εκπαιδευτή, πολύ γνωστό ψυχίατρο και ψυχοθεραπευτή της εποχής, για τον ρόλο της διπλής καρέκλας της γιαγιάς.
  Συνειδητοποιώ πως μάλλον πρόκειται για ένα «θρόνο», στον οποίο την τοποθέτησα υποσυνείδητα, λόγω της καταλυτικής της επιρροής στην ψυχοδυναμική της οικογένειάς μου, καθώς είχε αναλάβει τη φροντίδα και την ανατροφή ημών των παιδιών, με τους γονείς μας μετανάστες στη Γερμανία.
  Εκείνη τη στιγμή αισθάνομαι τον εκπαιδευτή δίπλα μου αρκετά φορτισμένο, ακούω την αναπνοή του ταραγμένη και τον παρατηρώ να ξεσπά σε λυγμούς… Ζητά επειγόντως διάλειμμα για να συνέλθει, κι όταν μετά από 20΄ επιστρέφει, κάνει την εξής συνταρακτική για εμένα δήλωση: «κυρία Κοσμίδου, σήμερα μου αποκαλύψατε άθελά σας τα τραγικά λάθη μου στην εργασία μου! Πριν 30 χρόνια συνέτασσα ως ψυχίατρος γνωματεύσεις για τους μαθητές δημοτικού ελληνικής καταγωγής, που είχαν σοβαρές δυσκολίες προσαρμογής στο γερμανικό σχολείο και εκδήλωναν στοιχεία επιθετικότητας. Χωρίς να ερευνήσω τις συνθήκες συμβίωσής και σχέσης τους με τους άγνωστους γονείς τους, όταν κλήθηκαν να τους συναντήσουν σε μία ξένη χώρα, τους παρέπεμπα στο ειδικό σχολείο ως δυσπροσάρμοστα παιδιά! Χριστέ μου, κατέστρεψα μια ολόκληρη γενιά παιδιών Ελλήνων μεταναστών»!!!
  Μία προσωπική εμπειρία, που ακόμα και σήμερα με συγκλονίζει, κυρίως διότι διαπιστώνεται ένα τεράστιο χάσμα: πολλές οι ψυχοκοινωνιολογικές έρευνες για τους γονείς που έφυγαν, απούσα η μελέτη των ψυχικών τραυμάτων και της μετέπειτα εξέλιξης για τα παιδιά που έμειναν…
  Στην ιστορία μας, στη νουβέλα «Μάλο Μόμε», αυτό συμβαίνει μεταξύ δύο γυναικών. Άλλωστε, «η Ζωή είναι Γυναίκα»…
  Ζωή. Γέννα. Μάνα. Κόρη. Αποδοχή. Εμπιστοσύνη. Υποχρέωση. Ενοχή. Ελπίδα. Φιλοδοξία. Δικαίωση;
  Όλες λέξεις γένους θηλυκού. Μια υπόθεση γυναικεία. Όπως και η συγκεκριμένη νουβέλα, να, άλλη μια «γυναικεία» λέξη …
  Μάνα και Κόρη.
  Η Μάνα ήταν και είναι Κόρη (αντάξια ή ανάξια, η ενήλικη ιστορία της θα δείξει…) μιας άλλης Μάνας…
  Σκυταλοδρομία η γυναικεία ταυτότητα και υπόσταση. Περήφανο κληροδότημα και αμόλυντη προίκα της Μάνας-Πατρίδας, ο δε ρόλος της, σφιχτά, δωρικά και «καθώς πρέπει» αμπαλαρισμένος με το περιτύλιγμα της Σιωπής, να, άλλη μια λέξη γένους θηλυκού!
  Μια σκυταλοδρομία αβέβαιου αποτελέσματος ως το τέλος η σχέση Μάνας Κόρης, πολλές φορές ειδικά μετά από αυτό…
  Πώς παίρνεις στο χέρι σου άραγε τη σκυτάλη από τη Μάνα που δεν την κατείχε ποτέ, από τη Μάνα που στα 16 της αναγκάστηκε να την αναζητήσει πίσω από το επικριτικό βλέμμα της πεθεράς;
  Πώς παίρνεις στο χέρι σου άραγε τη σκυτάλη από τη Μάνα που δεν αντέχει να στην παραδώσει από τις ενοχές και την ανάγκη της να επανορθώσει τη σχέση σας ως το τέλος, διατηρώντας έτσι τον έλεγχο;
  Πώς παίρνεις στο χέρι σου άραγε τη σκυτάλη από τη Μάνα, όταν είσαι ήδη ανασφαλής, φοβισμένη και δε δείχνει να σε εμπιστεύεσαι;
  Πώς παίρνεις στο χέρι σου άραγε τη σκυτάλη από τη Μάνα, όταν ως πρωτότοκο παιδί πλημμυρισμένο από ενοχές και ευθύνες διατήρησης ισορροπιών εις βάρος σου, πιστεύεις πως θα την απογοητεύσεις;
  Και τα γραμμάτια παραμένουν ακόμα εκεί, ανεξόφλητα, εκκρεμή, πολλές φορές ληξιπρόθεσμα, μα πάντα επίκαιρα, ειδικά όταν εσύ, η Κόρη, γίνεσαι Μάνα.
  Τότε είναι που φοβάσαι. Φοβάσαι πως θα της μοιάσεις. Φοβάσαι πως θα την κουβαλάς εντός σου. Φοβάσαι πως θα επαναλάβεις παρόμοιες με αυτές που δέχθηκες μαχαιριές. Αδυνατείς να δεις μπροστά, έχεις την ανάγκη να κοιτάξεις πίσω με ένα βαθύ σιωπηλό παράπονο, με έναν άστεγο, άπατρι, ορφανό κι εγκαταλελειμμένο θυμό, τον οποίο δεν έχεις πού να αποθέσεις για να λυτρωθείς, καθώς «Μάνα είναι μόνο μία!». Προσδοκάς ακόμα την αποδοχή, την αγκαλιά, την παρουσία της, έστω και τώρα.
  Γραμμάτια λοιπόν, αποδοχής άνευ όρων: «Είσαι εδώ, Μάνα;», «Μ’ αγαπάς για αυτό που είμαι, ή για αυτό που πρέπει να γίνω, Μάνα;», «Με εμπιστεύεσαι, για να με εμπιστευτώ κι εγώ η ίδια, ή οφείλω να προσέχω και να φοβάμαι τους κινδύνους της ζωής, Μάνα;», «Είμαι άξια Κόρη σου, ώστε να γίνω με τη σειρά μου καλή Μάνα του παιδιού μου, Μάνα;»,
  Η ταυτότητα της Κόρης χτισμένη πάνω στα καλούπια της Μάνας. Αυτό το οικοδόμημα παρέλαβε, αυτό θα παραδώσει, ελαφρώς εξελιγμένο και, μακάρι, πιο σταθερό ψυχικά.
Έλαβε εμπιστοσύνη, θα χτίσει αυτοεκτίμηση.
Έλαβε άνευ όρων αγάπη, θα αποκτήσει αυτοσεβασμό.
Έλαβε αγκαλιά, θα προσφέρει φως και ζεστασιά.
Έλαβε συναισθηματικά διαθέσιμη παρουσία, θα πλημμυρίσει δύναμη.
  Παρακολουθούμε τις δύο γυναίκες να υπερασπίζονται τις αλήθειες τους.
  Η Μάνα, σίγουρη, επιμένει να κοιτά μπροστά. Είναι φιλόδοξη, θέλει επιτέλους να ζήσει με τους δικούς της όρους. Προσπαθεί να γίνει κάποια, ίσως να αισθάνεται πως ακόμα δεν είναι; Άραγε τι είδους σκυτάλη παρέλαβε;
  Η Κόρη, γεμάτη απορίες και αμφιβολίες, έχει την ανάγκη να κοιτάξει πίσω. Αναζητά απαντήσεις. Ή μήπως όχι πια; Νιώθει εγκαταλελειμμένη από τη Μάνα, ίσως και από την ίδια. Η μετανάστευση την έχει στοιχειώσει. Αναρωτιέμαι ως αναγνώστρια, αν η μετανάστευση της Μάνας υπήρξε η αιτία ή η αφορμή για να βιώσει η Κόρη την εγκατάλειψη… Πώς θα ήταν η ζωή και η σχέση τους άραγε αν…;;;;
  Και η τραγική ειρωνεία; Η Μάνα φροντίζει «εκεί» στα ξένα εγκαταλελειμμένα από τους γονείς τους παιδιά… Και διηγείται με περίσσεια περηφάνια την αγάπη που έδινε και λάμβανε, σε ποια; στην εγκαταλελειμμένη «εδώ» στην πατρίδα Κόρη, που δεν έλαβε απολύτως τίποτα…
  Η Μάνα βιώνει ως επίγειο Παράδεισο, ελλείψει γνώσεων και πληροφόρησης, την εργασία της σε έναν παιδικό ξενώνα-κολαστήριο, που ιστορικά ευθύνεται για τη σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική κακοποίηση χιλιάδων παιδιών στη Γερμανία, την ίδια στιγμή που η Κόρη επιβιώνει από το δικό της κολαστήριο εγκαταλελειμμένη πίσω, και πάλι εν αγνοία της Μάνας…
  Ποια έχει δίκιο; Ποια υπέφερε περισσότερο; Ποια εισακούστηκε; Ποια δικαιώθηκε τελικά;
  Ποια ένιωσε επαρκής για αυτό που είναι, κι όχι για αυτό που όφειλε να γίνει στη ζωή της;
  Ποια αγάπησε εν τέλει τον εαυτό της;;;
  Μην αναζητήσετε απαντήσεις. Αυτή είναι η μαγεία της γραφής της Χαρούλας Αποστολίδου. Δε μας χαρίζει εύκολες συνταγές. Δε μας χαρίζεται. Δε μας υποτιμά. Δε μας ορίζει το φως και το σκοτάδι, το σωστό και το λάθος, το πολύ και το λίγο, την ευτυχία και τη δυστυχία.
  Η Χαρούλα Αποστολίδου, καταθέτοντας το πιο σπάνιο κομμάτι της ψυχής και της γραφής της, μας εμπιστεύεται ως αναγνώστες να αναζητήσουμε τις αλήθειες μας σε αυτό το προσωπικό μας ταξίδι, έχοντας για αποσκευές τις συναισθηματικές μας ανάγκες, τις προοπτικές μας, τις προβολές και τις ταυτίσεις μας, τις δικές μας ταυτότητές και σφραγίδες ως Κόρες και Μάνες!».
Μαρίνα Κάγκα
Επιμελήτρια Πανεπιστημιακών συγγραμμάτων
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.