Σάββατο 4 Μαΐου 2013

Πάσχα των Ελλήνων…



Του Α.Θ.Ρ.  
(Από το ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ που κυκλοφορεί)
  Στην αρχή της δεκαετίας του ’60, όταν η Καστοριά ήταν απ’ τις πιο δυναμικές βιοτεχνικές, εμπορικές πόλεις της Ελλάδας, καθημερινά κλειστά φορτηγά με γούνες, μέσω Λεχόβου, μετέφεραν το πολύτιμο – συναλλαγματοφόρο φορτίο τους, για Μόναχο, Φρανκφούρτη, Ντίσελντορφ.

  Ο Θωμάς Δούμκος, απ’ τα πρώτα τιμόνια της εποχής, λέγανε, ότι έπιανε το τιμόνι στην Καστοριά και το άφηνε στη Φρανκφούρτη…
  

  Τα χρόνια εκείνα, λοιπόν, πρόσεξαν οι αγρότες του Σκλήθρου, που ήταν τότε απ’ τα μοναδικά χωριά με μονοκαλλιέργεια τη πατάτα, ότι ξεκίνησε απ’ τα χωράφια που βρίσκονταν δίπλα στο δρόμο, χρόνο με το χρόνο, να εμφανίζεται, ο καταστροφικός για τη πατάτα, «δορυφόρος».

  Έτσι άρχισαν τα ανοικονόμητα ραντίσματα, με τα φυτοφάρμακα.

  Τα αυτοκίνητα, που διέσχιζαν τη Γιουγκοσλαβία, την Αυστρία, τη Γερμανία, φέραν με τα λάστιχα τους, το σπόρο του «δορυφόρου».

  Σήμερα ο δορυφόρος της τηλεόρασης, φέρνει απ’ την άκρη της Ελλάδας και το διασπείρει και το εξακοντίζει παντού, ένα μοναδικό, ένα σημαντικό ή ένα τελείως χαζό έθιμο και το κάνει κτήμα και συνήθεια πάμπολων, άσχετων μ’ αυτό ανθρώπων και περιοχών.

  Θ’ ακούμε τις μέρες αυτές, ότι στην Κακοράχη της Μεσσηνίας, καίνε τον Ιούδα, στη Καλοβρύση της Ηπείρου, τρέχουν με τα άλογα του Αη Γιωργιού, στη Χίο, μάχονται με σχεδόν φονικά πυρά, δύο εκκλησίες, ενός χωριού!

  Αυτό εδώ, αυτό εκεί και δώστου οι δήμαρχοι να το προβάλλουν και να το ωραιοποιούν, σαν να βρήκαν φλέβα χρυσού, που φέρνει χρήμα και επισκεψιμότητα, στον κατά τα άλλα, άσημο χωριό τους.

  Η εικόνα και το μικρόφωνο της τηλεόρασης, έσπασε τα κλειστά σύνορα της μοναδικότητας και της μοναξιάς των εθίμων, που κάποια λογική τα δημιούργησε εκεί, κι όχι αλλού.

  Ένας αχταρμάς εθίμων κι εκδηλώσεων, διαχέεται και ομογενοποιεί –ειν’ αλήθεια- ένα έθνος.

  Το 1978 υπηρετούσα τη στρατιωτική μου θητεία στη Λαμία, στη 4η ΜΟΜΑ, ματ από ένα δίχρονο στον Έβρο. Εκεί, το Πάσχα του ’78, είδα πρώτη φορά «Ελληνικό Πάσχα», με μια Λαμία να καίγεται απ’ άκρου σε άκρον, και να μυρίζει σουβλιστό αρνί και κοκορέτσι και το Ρουμελιώτικο κλαρίνο να γεμίζει τον αέρα.

  Στη ΜΟΜΑ, είχε εκατοντάδες εργαζόμενους πολίτες τότε, με κάποιους απ’ τους οποίους έγινα φίλος. Όταν τους είπα, ότι εμείς στη Μακεδονία δεν σουβλίζουμε το Πάσχα αρνί, μόνο που δεν με ρώτησαν, αν πιστεύουμε τον Μωχαμέτη, κι έχουμε περιτομή, οι αρσενικοί!

 …Καλά, εσείς τι τρώτε το Πάσχα; με ρώτησαν.

Αρνάκι με σπανάκι Φούφας στο φούρνο

  Τότε, η Φούφα κυριαρχούσε στη μαναβική της πόλης. Αυτό τρώγαμε Πασχαλιάτικα τότε…

  Πράγματι, αρνί σούβλα στο Αμύνταιο και τη περιοχή, είδαμε και φάγαμε μέχρι σκασμού, μόνο τα χρόνια της χούντας, στο Πασχαλιάτικο γλέντι στο στρατόπεδο και την Αστυνομία!

  Το έθιμο, να ψήνουν όλο και περισσότεροι, στις αυλές τους, αρνί το Πάσχα, ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’80.

  Χρόνο με το χρόνο, η σούβλα και το μπάρμπεκιου –άλλη κατάκτηση- κερδίζουν όλο και καινούργιους πιστούς.

   Οι χασάπηδες, που είναι ένα πανάρχαιο επάγγελμα, τα χρόνια πριν το ψυγειο, ήταν απ’ τους φτωχούς επαγγελματίες της πιάτσας. Εκτός απ’ το ψυγείο, ήταν και η αποχή του κόσμου απ’ το κρέας, λόγω συνήθειας και φτώχειας.

  Το μεγαλύτερο χασάπικο της πόλης, δίπλα στο καφενείο του «Μπάρμπα Γιάννη» στη πλατεία, ήταν των Αφών Παπαϊωάννου (ΓιώργοςΣταύροςΜανώλης). Η ταμπέλα τους έγραφε καλλιγραφικά «Κρεοπωλείον Η ΛΑΜΙΑ» κι είχε για επιστέγασμα, στις δύο πλευρές δυο Ελληνικές σημαίες, χιαστί.

  Έξω απ’ την πόρτα σε καρέκλα πάντα έβλεπα τον μπάρμπα Βαγγέλη, τον Ρουμελιώτη, με τσιγκελωτό μουστάκι, στιβάνια, ανασηκωμένη ποδιά και νομίζω –ίσως κάνω λάθος- μια κάμα στο ζωνάρι στη μέση, ν’ ακουμπάει στη γκλίτσα του, γυρτός.

  «Λάφυρο» ερωτικό, των Βαλκανικών πολέμων…

Εξ’ Υπάτης Λαμίας… συστήνονταν στους ξένους, πάντα οι Παπαϊωάννηδες.

  Τα βράδια, όλο και κάποιος αξιωματικός –πάντα με φορεμένη τη στολή τους τότε- θα βρίσκονταν παρέα τους στο χασάπικο, τριγύρω απ’ ένα μαγκάλι, που πάντα μισόψηνε, κάποιον μεζέ, για τη παρέα.

  Ο Γούλιας ο Βλάχος, ήταν μια άλλη προσωποποίηση του χασάπη. Ογκώδης, μουστακαλής, φωνακλάς, χορευτής, πότης, μερακλής, διαλαλούσε κάποια στέρφα γίδα, που κρέμονταν μέρες στο τσιγκέλι του.

..ΕΕ ρε! Μοσκοβολάει!

  Παλιότερα ακόμα, τα μικρά ζώα, τα σφάζαν μέσα στη πλατεία, που στο μέσον της, τη διέσχιζε ένα ρέμα σε καλντερίμι, γύρω απ’ το οποίο υπήρχαν ακακίες, που κρεμούσαν οι χασάπηδες τα σφαχτά.

  Με μια ουρά ζώου, ολημερίς, διώχναν τα λεφούσια με τις μύγες, που απαιτούσαν μερίδιο απ’ το σφαχτό.

  Σκηνές ροκ, σημερινού Τιμποκτού, που μας περιδιαβαίνει, η Μάγια Τσόκλη.

  Ο Λιάσκας, ο Τρυφωνόπουλος ο Παύλος, ο Σωκράτης, ήταν τα άλλα χασάπικα της πόλης.

  Όταν περνούσαν οι μέρες και το σφαχτό σκοτείνιαζε, κι άρχισε να τσιμπάει τη μύτη η πτωμαΐνη, η τιμή του κατρακυλούσε κατακόρυφα.

  Οι νοικοκυραίοι λέγανε …το μπαγιάτικο κρέας το τρώνε τα σκυλιά… φυσικά, κι η φτωχολογιά!

  Όλοι οι μαγαζάτορες επι χούντας, θα στέλνανε πεσκέσι, ένα αρνί σφαγμένο, στην Αστυνομία! Ο στρατός ειν’ αλήθεια, δεν δεχόταν πεσκέσια.

  Το βράδυ της Ανάστασης, στην προ-Καντιώτη εποχή και με σώο τον παλιό Άγιο Κωνσταντίνο, μετά το «Χριστός Ανέστη» απ’ τον Παπά Σταύρο, και τον χαμό που γινόταν, με τις εκρήξεις απ’ τα αυτοσχέδια τότε πυρομαχικά μας, αποχωρούσαμε με τη λαμπάδα στο χέρι, πειναλέοι σαν λύκοι μετά τη σχετική νηστεία, για την μαγειρίτσα, όλες σχεδόν οι οικογένειες, πλην 5 – 10 ηλικιωμένων, που μένανε στη συνέχεια της λειτουργίας.

  Η παραμονή των πιστών στην εκκλησία και μετά το «Χριστός Ανέστη», ανήκει στην μετα- Καντιώτη εποχή.

  Πρέπει να ‘ταν Πάσχα του ’68, πάνω στην εξέδρα ο Καντιώτης, δεκάδες τότε αξιωματικοί, στρατός πολύς και όλη η πόλη με τα «καλά» της, έτοιμη για το «Χριστός Ανέστη».

  Πριν ακουστεί το «Χριστός Ανέστη», ακούγεται ο Καντιώτης να προστάζει τους παπάδες …σταματήστε!!!

  Γίνεται για μια στιγμή μια ξαφνική σιγή. Και τότε, ο νέος σχετικά Καντιώτης, με τη διαπεραστική φωνή του, ακούστηκε σαν πολυβόλο …όποιος φύγει μετά το «Χριστός Ανέστη», φαρμάκι να του γίνει η μαγειρίτσα!!!

  Βουβάθηκαν όλοι και κοίταζε ο ένας τον άλλον.

  Ήταν μοναδικός σε τέτοιους ακραίους αιφνιδιασμούς. Κανείς φυσικά δεν έφυγε…

  Την ίδια περίπου χρονιά, που έδινε μάχη, κι έρχονταν σχεδόν κάθε εβδομάδα στην εκκλησία, στη προσπάθεια του να καταργήσει το καρναβάλι, σταμάτησε ξαφνικά τις ψαλμωδίες και φώναξε δυνατά, στον φοβισμένο παπά …φέρε εδώ το ευαγγέλιο και βάλτο κάτω, στο πάτωμα της εκκλησίας!

  Πλησίασε τρέχοντας ο παπάς με το ευαγγέλιο στα χέρια και δεν το άφηνε στο πάτωμα.

- Βάλτο κάτω, του έβαλε τις φωνές.

  Το άφησε προσεκτικά με θείο σεβασμό ο παπάς, κι έμενε δίπλα του, αποσβολωμένος, τρέμοντας.

- Θα περνάτε τώρα όλοι, απευθύνθηκε ο Καντιώτης στο εκκλησίασμα, και θα το πατάτε!!!

  Βουβαθήκαμε όλοι, τι εννοούσε; Που το πήγαινε;

- Αφού μεθαύριο, τις Αποκριές, θα το πατήσετε

  Μετά τη Δεύτερη Ανάσταση, που μάζευε με τα «καλά» τους, όλη τη πόλη, κι όχι όπως τώρα ελάχιστους πιστούς, ξεκινούσαμε όλοι, μια μεγάλη βόλτα, που τελείωνε αργά το απόγευμα.

  Πρώτος σταθμός μας, η Αστυνομία που ξεκινούσε πιο νωρίς το φαγοπότι και τα τσουγκρίσματα, και τις ευχές, της χουντο-εποχής.

- Χριστός Ανέστη, η «Ελλάς Ανέστη», απαντούσε ο πιο φαν της εθνοσωτήριας τραγωδίας.

  Κι άντε, «εις υγείαν» και του χρόνου και χαρούλες με χαμογελαστούς, τους μισοπιωμένους τώρα, και προηγούμενα βλοσυρούς χωροφυλάκους, που κερνούσαν, με «τράκα» αρνιά και ποτά, απ’ το φοβισμένο και προνοητικό καταστηματάρχη της πόλης.

  Το μεγάλο πάρτυ της ημέρας, γίνονταν στο ατελείωτο και γεμάτο Μονάδες τότε, στρατόπεδο. Υπήρχε έντονος ανταγωνισμός της κάθε Μονάδας, να εντυπωσιάσει, με την καλύτερη οργάνωση, το κέφι, τη φιλοξενία.

  Εδώ Πεζικάριοι, εκεί Τεχνικό, δίπλα οι Διαβιβάσεις, στο βάθος, το καλύτερο πάντα όλων, οι μαυροσκούφηδες.

  Τραπέζια γεμάτα κρέατα και ποτά, και μισοπιωμένοι στρατιώτες, κι αξιωματικοί, να επιδίδονται σε φιγούρες τσάμικου, με ορχήστρες εκ των ενόντων.

  Πολύ αργότερα, όταν υπηρετούσα στον Έβρο, θυμάμαι, ότι τα τσάμικα της χούντας, έγιναν στη Δημοκρατία τσιφτετέλια, άντε και ζεϊμπέκικα.

  Κι ήταν τελείως αστείο, να βλέπεις γαλονάδες Έλληνες, λίγα χιλιόμετρα απ’ το ποτάμι και τον «εχθρό» Τούρκο, να χορεύουν κουνώντας τη κοιλιά σαν χανουμάκια του πασά!!!

  Τουλάχιστον η χούντα, είχε κάτι το μπρούταλ αρρενωπό, έστω και αστείο, με Πελοποννησιακούς και Ρουμελιώτικους σκοπούς, που δέναν ασορτί, με το «Ελληνικό Πάσχα»… Το μοναδικό στον κόσμο.

  Καλό Πάσχα σε όλους μας.

3 σχόλια:

  1. Συγχαρητηρια για αλλη μια φορα Αγγελε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΜΠΡΑΒΟ ΣΟΥ ΓΙΑΤΡΕ, ΜΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙΣ ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΩΡΑΙΑ -Η ΟΧΙ- ΧΡΟΝΙΑ ΕΝΟΣ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΥ!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ιατρέ, καταρχάς σ’ ευχαριστούμε για όσα έχεις προσφέρει στην περιοχή και σου αναγνωρίζουμε την διακονία στο πάσχοντα και άρρωστο συνάνθρωπο μας.
    Εξαρχής, το ψήσιμο του οβελία, η μαγειρίτσα, το τσουρέκι είναι κατ’ εξοχήν στοιχεία και φέρουν την ταυτότητα του ελληνικού Πάσχα. Στοιχεία που, ναι μας βοηθούν σε μεγάλο βαθμό στο κλίμα των ημερών, παραδοσιακοί καρποί που από κανένα δεν μέμφονται, ούτε και από την ίδια την εκκλησία, η οποία ποτέ δεν ήταν αντίθετη με την διασκέδαση και την ψυχαγωγία, δηλαδή την αγωγή της ψυχής πράγμα που επιτυγχάνεται με το πασχαλινό ελληνικό τραπέζι.
    Ωστόσο, δεν χωρεί καμία αμφιβολία πως η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα εμπεριέχονται μέσα στο λειτουργικό κύκλο της εκκλησίας και καθορίζονται με βάση την δική της θεολογία, που από το 325 μ. Χ. στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο έχει θεσπίσει η ίδια για το καθορισμό της ημερομηνία της εορτής του Πάσχα. Καμία παραδοσιακή και εμπορική εθιμοτυπία δεν μπορεί να αφαιρέσει την θέση της εκκλησία να καλεί του πιστούς να συμμετάσχουν στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία και καθ’ επέκταση στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
    Άλλωστε όπως ο Απ. Παύλος λέγει, «και γάρ το Πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη Χριστό(Α’ Κορ. 5,7)», επομένως το Πάσχα είναι η θυσία του Χριστού για την σωτηρία ολόκληρης της ανθρωπότητος. Ούτε με το αρνί, ούτε με το τσουρέκι και την μαγειρίτσα εορτάζεται το Πάσχα, αλλά δυο σπουδαία γεγονότα προβάλλονται και το χαρακτηρίζουν απόλυτα, η κατάργηση του διαβόλου και της αμαρτίας από τον Χριστό, και η νίκη του επί του θανάτου, χαρίζοντας αιώνιο ζωή σε όλους μας. Αυτά τα δυο γεγονότα καλείται να βιώσει ο πιστός οικειοποιώντας τα μέσα στην ίδια του την ζωή. Και πως μπορεί να ζήσει ο πιστός την Ανάσταση του Χριστού που συνέβη πριν από 2000 χρόνια; Μα φυσικά μέσα στην εκκλησία που έχει την δυνατότητα να υπερβαίνει το χρόνο.
    Το γεγονός, πως ο γέρων Αυγουστίνος Καντιώτης μίλησε με σκληρό τρόπο, δηλαδή «να γίνει σε όποιον αποχωρήσει η μαγειρίτσα φαρμάκι», είναι σίγουρα ακραίο η εκκλησία εν ελευθερία προσκαλεί τους πάντες δείχνοντας αγάπη προς όλους ακόμα και σ’ αυτούς που δεν ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της, ωστόσο ο παραπάνω λόγος, δείχνει την προσπάθεια του επισκόπου να αποκολλήσει το ποίμνιο του από αγκυλώσεις του παρελθόντος, που ισχύουν και σήμερα και κρατούν πολλούς μακριά από την Θεία Ευχαριστία. Η παραμονή στην εκκλησία μετά το Χριστός Ανέστη, γίνονταν πάντοτε από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους , αυτό για όλους τους χριστιανούς όλων των εποχών ήταν το Πάσχα, η Θεία Λειτουργία με την Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού και ως προέκταση αυτής της πνευματικής τράπεζας, έρχεται και η υλική τράπεζα με την μαγειρίτσα κ.τ.λ.
    Σίγουρα, κανείς δεν μπορεί να χαρακτηρίζει την ίδια την Παράδοση της εκκλησία τόσων χρόνων, ως προ-Καντιωτική και μετά-Καντιωτική εποχή. Στο χώρο της εκκλησίας κανείς δεν προσθέτει την δική του διδασκαλία και τάξη, τα πάντα κινούνται σε μια νοητή ευθεία από του Αποστόλους μέχρι σήμερα. Εξ’ άλλου η Θεία Λειτουργία τελείται για όλους του βαπτισμένους στο όνομα της Αγίας Τριάδος χριστιανούς, προς όλα δηλαδή τα μέλη της, δεν είναι προνόμιο μονάχα ηλικιωμένων ανθρώπων.
    Έτσι λοιπόν δεν μπορούμε να αναιρούμε με πρόσχημα έναν λόγο του πατρός Αυγουστίνου την όλη τάξη της εκκλησία και την θεολογία της σε κάθε τελούμενο εντός της. Τέλος, τόσοι άνθρωποι που περίμεναν στο τέλος και μετέλαμβαν, στην Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία, δεν το έπραξα «επειδή το είπε ο Καντιώτης το Πάσχα του ‘68» . Ο λόγος που παρέμεινα και πάρα πολλοί νέοι, ήταν η ανάγκη τους να νιώσουν μια πραγματική Ανάσταση, μια Ανάσταση με Χριστό, μια καινή εν Χριστό ζωή.

    ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ
    Με αγάπη
    Τρυφωνόπουλος Λ. Γεώργιος

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.