Επειδή τον τελευταίο καιρό έχουμε προκύψει
πολλοί δημοσιολογούντες, κυρίως ελέω κοινωνικών δικτύων, καλό και σκόπιμο είναι
να ξεκαθαρίσουμε δυο – τρία πράγματα.
Έχουμε και λέμε λοιπόν:
1ον: Ρατσισμός είναι η αντίληψη ότι οι άνθρωποι δεν είναι όλοι ίσοι
μεταξύ τους, αλλά διαχωρίζονται σε ανώτερους και κατώτερους, διακρινόμενοι είτε
από το χρώμα του δέρματος, την εθνικότητα, τη θρησκεία, το φύλο, είτε από τον
σεξουαλικό προσανατολισμό κλπ. Το πιο συνηθισμένο είδος ρατσισμού, και αυτό που
έχει δώσει την αρχική ονομασία στην λέξη, (ιταλ. ράτσα/ razza = φυλή), είναι ο φυλετικός ρατσισμός.
Οι φυλετικοί ρατσιστές πιστεύουν σε
βιολογικές διαφορές μεταξύ των φυλών, βάσει των οποίων και προσδιορίζουν αυτές
σε ανώτερες και κατώτερες. Ως εκ τούτου, με τη θεωρία αυτή υποστηρίζουν ότι η
φυλή με συγκεκριμένα εξωτερικά ή ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά, έχει το δικαίωμα
να θεωρεί εαυτόν της ανώτερη από τις άλλες.
2ον: Ο ρατσιστής (θηλυκό: ρατσίστρια),
είναι ο οπαδός του ρατσισμού, αυτός που διακηρύσσει ότι μία φυλή έχει κάποια
εγγενή χαρακτηριστικά που την καθιστούν ανώτερη από τις άλλες. Αυτός δηλαδή,
που χαρακτηρίζεται από προκατάληψη εναντίον αυτών που δεν ανήκουν στην δική του
«ανώτερη» φυλή.
Γενικότερα αυτός που χαρακτηρίζεται από
προκατάληψη εναντίον των ατόμων που ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες.
3ον: Ο φασισμός είναι ριζοσπαστική, αυταρχική και εθνικιστική πολιτική
ιδεολογία που έχει ως στόχο να θέσει το έθνος, το οποίο ορίζει βάσει
αποκλειστικών βιολογικών, πολιτισμικών και ιστορικών συνθηκών, υπεράνω κάθε
άλλης αξίας και να δημιουργήσει μια κινητοποιημένη εθνική κοινότητα. Πρόκειται
για εθνικιστική και φυλετική πολιτική
ιδεολογία που πρωτοεμφανίζεται στην Ιταλία του Μουσσολίνι και υιοθετήθηκε
από τους Γερμανούς ναζιστές και άλλους, η οποία προτείνει έναν ολοκληρωτικό
τρόπο διακυβέρνησης, από έναν συγκεκριμένο Αρχηγό – καθοδηγητή.
Αυτός είναι που θα συνενώσει όλες τις τάξεις
σε ένα Έθνος, που μάλιστα είναι το ανώτερο έθνος και έχει προορισμό να
κυριαρχήσει στα άλλα «κατώτερα» έθνη και φυλές.
4ον: Ο φασίστας (θηλυκό: φασίστρια),
είναι ο οπαδός του φασισμού, που επικροτεί και ασπάζεται τις φασιστικές ιδέες
και απόψεις. Μεταφορικά: άνθρωπος με απολυταρχική και δεσποτική συμπεριφορά.
5ον: Η πατρίδα από την άλλη, δεν ορίζεται με έναν απλό τρόπο.
Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι δε γνώριζαν τίποτα πιο αγαπητό και πιο ιερό από την
πατρίδα. Έλεγαν ότι χρωστούν τα πάντα σ’ αυτή.
Ότι δεν υπάρχει τίποτε άλλο για το οποίο να
αξίζει κανείς να πάρει εκδίκηση, εκτός από την πατρίδα και τον πατέρα.
Ότι δεν πρέπει κανείς να έχει άλλους φίλους
εκτός από τους φίλους της πατρίδας.
Ότι οι ουρανοί δεν αποκαλύπτονται παρά μόνο
σε σ’ αυτούς που την έχουν υπηρετήσει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μιλούσαν οι δικαστές,
οι πολεμιστές και ο λαός.
H πατρίδα, έλεγαν, είναι μια γη που όλοι όσοι
την κατοικούν ενδιαφέρονται για την διατήρησή της, που κανείς δεν θέλει να την
εγκαταλείψει, γιατί κανείς δεν εγκαταλείπει την ευτυχία του και όπου οι
ξένοι αποζητούν ένα άσυλο κι αυτή έχει χρέος να τους αγκαλιάσει.
Είναι μια τροφός που προσφέρει το γάλα της με
τόση ευχαρίστηση, όση νιώθουν αυτοί που το δέχονται.
Είναι μια μητέρα που αγαπά όλα τα παιδιά της,
που δεν τα ξεχωρίζει. Που επιθυμεί να υπάρχει και η αφθονία και η μετριότητα,
αλλά καθόλου φτώχεια. Μεγάλοι και μικροί, αλλά κανένας στερημένος.
Που, ακόμα και σ’ αυτή την άνιση μοιρασιά,
διατηρεί ένα βαθμό ισότητας, ανοίγοντας σε όλους το δρόμο για τις πρώτες
θέσεις.
Που δεν αντέχει να υποφέρει καμιά δυστυχία
μέσα στην οικογένεια, παρά μόνο αυτές που δεν μπορεί να αποφύγει, την αρρώστια
και τον θάνατο.
Που θεωρεί ότι δεν έχει κάνει τίποτα
γεννώντας απλά τα παιδιά της, αν δεν τους εξασφαλίσει και την καλή ζωή.
Είναι μια δύναμη που υποτάσσει στους νόμους
της, τόσο αυτούς που διοικούν στο όνομά της, όσο και αυτούς που διοικούνται.
Είναι μια θεότητα που δέχεται προσφορές, μόνο
και μόνο για να τις διαμοιράσει, που αποζητά μάλλον το συναισθηματικό δέσιμο
παρά την πίστη, που χαμογελάει όταν κάνει το καλό και δυσανασχετεί όταν κατακεραυνώνει.
Τέτοια
είναι η πατρίδα! Η αγάπη που της έχουμε οδηγεί στην πραότητα των ηθών και η πραότητα
των ηθών με τη σειρά της, οδηγεί στην αγάπη για την πατρίδα.
Αυτή η αγάπη είναι η αγάπη για τους νόμους και το καλό της πολιτείας,
αγάπη που αναπτύσσεται μόνο στις δημοκρατίες.
Είναι
μια πολιτική αρετή, βάσει της οποίας κανείς απαρνείται τον εαυτό του,
προκρίνοντας το κοινό συμφέρον έναντι του δικού του.
Είναι ένα συναίσθημα και όχι μια συνέπεια. Ο τελευταίος άνθρωπος σε ένα κράτος μπορεί να έχει
αυτό το συναίσθημα, όπως ακριβώς και ο αρχηγός της δημοκρατίας.
6ον και τελευταίο:
Πατριωτισμός είναι εκείνο το υψηλό
συναίσθημα της αγάπης προς την πατρίδα και σε ό,τι αυτή εκφράζει, γεωγραφικό
τόπο, ήθη και έθιμα, γλώσσα, ιστορία, σύμβολα.
Η πατρίδα για τον άνθρωπο είναι βιωματική
εμπειρία οικειότητας: οικείος χώρος ζωής, σχέσεις αμεσότητας, δεσμοί και
φιλίες, αγαπημένοι νεκροί, δέσιμο της μνήμης με το χώρο, ένταξη στη γλώσσα,
μετοχή στην παραδομένη από γενιά σε γενιά πείρα. Είναι πολύ απλά το να αγαπάς
την πατρίδα σου όπως αγαπάς το σπίτι σου.
Στη Γερμανία ο Γιούργκεν Χάμπερμας ανέπτυξε
πριν από μερικά χρόνια την έννοια του συνταγματικού πατριωτισμού, δηλαδή ενός
πατριωτισμού που βασίζεται όχι πλέον στην πρόσδεση σε μια κουλτούρα, μια εθνική
ομάδα και μια κοινή μοίρα, αλλά πάνω
σε οικουμενικές πολιτικές αξίες – ελευθερία, δημοκρατία, ισότητα – που
επικυρώνονται από το σύνταγμα μιας χώρας.
Πιο συγκεκριμένα, ο πατριωτισμός εκδηλώνεται
με πολλές μορφές: ως συνειδητή και ενεργός πολιτική στράτευση, ως προάσπιση του
δημοκρατικού πολιτεύματος, ως εκούσια υπακοή στους νόμους, ως σεβασμός στα
μνημεία και στους ιστορικούς τόπους, στις παραδόσεις και την ιστορία, ως αγάπη
για τη γλώσσα, ως συμμετοχή στους εθνικούς αγώνες, ως διάθεση όλων των υλικών,
ηθικών και πνευματικών δυνάμεων των πολιτών για την ελευθερία και την ευημερία
της.
Πατρίδα λοιπόν = Δημοκρατία και, άρα,
όλοι οι δημοκράτες έχουν μία ή και περισσότερες πατρίδες, τις οποίες αγαπούν
και σέβονται, όπως και τις πατρίδες των άλλων. Και επιζητούν την Ειρήνη
βασιζόμενοι στην αρχή της Ισότητας των Λαών, επιδιώκοντας πάντα τον διάλογο και
την συνεννόηση, στην βάση ενός αμοιβαίου σεβασμού και όχι αγόμενοι και φερόμενοι
από τις δημαγωγικές τσιρίδες του κάθε καιροσκόπου «πολιτικού».
Γνωρίζοντας τους παραπάνω απλούς και κοινώς
αποδεκτούς ορισμούς λοιπόν, ας αποφασίσει ο καθένας πως θέλει να τον
προσφωνούν, επειδή απλά δεν πάει άλλο με τον κάθε ρατσιστή και φασίστα που
είναι κατά φαντασίαν πατριώτης.
Και που, κάθε φορά που στριμώχνεται και δεν
ξέρει πως να δικαιολογήσει τον ρατσισμό του ή, ακόμα χειρότερα, τον
τηλεκατευθυνόμενο φασισμό του, σου πετάει και το αμίμητο: «Ε, ναι λοιπόν, αν είναι για την πατρίδα μου, γίνομαι και ρατσιστής και
φασίστας!». Τίποτα δεν γίνεσαι
αγόρι μου, απλά μ…..ς πιάνεσαι και δεν έχεις ούτε τα κότσια να το παραδεχθείς.
Γ. Μ.
παραΕκπαιδευτικός
Εσύ πόσο πατριώτης είπαμε είσαι Μπέλτση και απο πότε; Ποιας πατρίδας πατριώτης είσαι άραγε; Της συνταγματικής ή της καρδιάς σου; Μπέλτση μην προκαλείς άλλο. Όλοι γνωριζόμαστε εδώ. Αν λέτε ότι είστε δήμοκράτες βάλτε τα σχόλια στο Περισκόπιο και μην τα λογοκρίνεται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν επανέλθεις με ονοματεπώνυμο, εδώ θα είμαστε να συζητήσουμε(κόσμια πάντα) ό,τι θέλεις αγαπητέ/ή μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπέλτσης Γιώργος