Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Γυρνώντας το χρόνο…


(Άρθρο από την εφημερίδα 
ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ - 15 Νοέμβρη 2006)

- Ανασκόπηση της ιστορίας του Αμυνταίου πριν τον πόλεμο.
- Η απελευθέρωση του Αμυνταίου και της περιοχής.
  Από μνήμες γεροντότερων, το Αμύνταιο σαν κατοικημένος τόπος δεν έχει βαθειά καταγωγή. Εμφανίζεται κατά το 1800 και μερικές καλύβες δίνουν την πρώτη εικόνα του. Σ’ αυτές μένουν κολίγοι και κτηνοτρόφοι, γνήσιοι Τούρκοι, οι λεγόμενοι Σαριγκιολίδες και Κονιάροι. Τότε λεγόταν Σόροβιτς, που προέρχεται από τις τουρκικές λέξεις «σορ» (ρώτα) και «γκέτς» (πέρνα) ή κατά άλλους από το όνομα του ωραιότατου χωριού, του Ελληνικού Μοναστηρίου, Σόρο.
  Λίγο αργότερα, κάτοικοι από τα γύρω μέρη, άρχισαν να κατεβαίνουν στην πεδιάδα. Πρώτοι απ’ το Όροβο (βρίσκονταν πάνω απ’ τη σιδηροδρομική γέφυρα του Ξινού Νερού), μετά από το χωριό «Μπέκγνα» (μεταξύ του Αγ. Παντελεήμονα και Άρνισσας) και στην συνέχεια από το Σώτερ. Αυτοί οι πρώτοι κάτοικοι δίνουν τη πρώτη μορφή χωριού. Και το 1892 όταν οι Γάλλοι κατασκεύασαν τη σιδηροδρομική γραμμή άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία.
Όλος ο γύρω κάμπος, περίπου 4 χιλ. στρέμματα, είναι τσιφλίκι του Ρεούφ – πασά, που το είχε προίκα από τον πεθερό του, υπασπιστή του σουλτάνου Χαμίτ. Διαχειριστής και αντιπρόσωπος του φιλέλληνα Ρεούφ πασά ήταν ο Κων/νος Χατζής.
  Το 1911 όταν την περιουσία του Ρεούφ πασά κληρονόμησαν οι απόγονοί του, οι κάτοικοι του οικισμού, συγκέν-τρωσαν χρήματα και εξαγόρασαν το 48% του κλήρου. Το δε υπόλοιπο 52% που περιήλθε στο Ελληνικό δημόσιο, μέχρι το 1968, πουλήθηκε στους κατόχους κατοίκους.
Μια ξεχασμένη επέτειος…
  Ας δούμε υπό μορφή χρονολογίου τις μάχες που δόθηκαν στην περιοχή μέχρι την απελευθέρωση του Σόροβιτς.
 Η Ελλάδα εισέρχεται στις 5 Οκτωβρίου 1912 στον κατά της Τουρκίας πόλεμο των χριστιανικών κρατών της βαλκανικής.
  Ο Ελληνικός στρατός, μετά από σκληρές μάχες στον Σαραντάπορο, απελευθερώνει την Κοζάνη στις 11 Οκτωβρίου 1912. Επιτακτική ανάγκη ήταν η άμεση κατάληψη της Θεσσαλονίκης, μιας και ο Βουλγαρικός στρατός κινείτο γρήγορα, για τον ίδιο σκοπό. Έτσι, στις 26 Οκτωβρίου του 1912 τα Ελληνικά στρατεύματα απελευθερώνουν την Θεσσαλονίκη.
  Για να διασφαλισθεί η κίνηση της στρατιάς προς την Θεσσαλονίκη, ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος, τοποθετεί την 5η  Μεραρχία σαν πλαγιοφυλακή.   
  Οι δυνάμεις τις συνεχίζοντας την προέλαση, έφθασαν και απελευθέρωσαν το Σόροβιτς στις 5 το απόγευμα της 18ης Οκτωβρίου 1912.
  Την επομένη 19 Οκτωβρίου, η 5η Μεραρχία μαχόμενη στα στενά του Κιρλί Δερβέν καταλαμβάνει την Μπάνιστα (σημερινή Βεύη). Επόμενος στόχος η απελευθέρωση της Φλώρινας και η προέλαση προς Μοναστήρι. Το πρωί της 21ης βρίσκεται αντιμέτωπη με ισχυρές δυνάμεις των Τούρκων και όλη την ημέρα δίνονται σκληρές μάχες γύρω από την Μπάνιστα. Οι Τούρκοι, έχοντας πολλαπλάσιο στρατό, κινήθηκαν κυκλωτικά πηγαίνοντας προς Γκορνίτσοβο (Κέλλη), αναγκάζοντας την Ελληνική Μεραρχία να υποχωρήσει και να αναπτυχθεί αμυντικά  στη γραμμή Σόροβιτς – Σώτερ όπου δίνει την 22α και 23η Οκτωβρίου σφοδρές μάχες.
  Ότι όμως δεν πέτυχε ο Τζαβήτ πασάς επιτιθέμενος κατά μέτωπο, πέτυχε με μικρή δύναμη ένας τολμηρός Τούρκος αξιωματικός ο οποίος οδήγησε την νύχτα της 23ης προς 24η το τμήμα του μέσα από την βαλτώδη περιοχή  του Ρούτνικ στο χωριό Γκιούλεντσι (σημερινό Ροδώνα), το οποίο κατοικούταν εξ ολοκλήρου από Τούρκους.
  Τα χαράματα της 24ης Οκτωβρίου, επιτίθενται αιφνιδιαστικά και με πυκνά πυρά προσβάλλει τον λόχο του μηχανικού και πυροβολικού με αποτέλεσμα να αιφνιδιασθεί και να πανικοβληθεί όλη η Μεραρχία. Η μάχη σώμα με σώμα κρίθηκε υπέρ των επιτιθέμενων Τούρκων, αναγκάζοντας έτσι την 5η Μεραρχία να υποχωρήσει.
   Η χαρά των κατοίκων του Σόροβιτς την 18η Οκτωβρίου, μετατράπηκε σε θρήνος. Οι Τούρκοι ανακατέλαβαν το Σόροβιτς και το πυρπόλησαν από άκρο σε άκρο.
  Η δυστυχής τροπή που επεφύλαξε η μοίρα στην περιοχή μας δεν διήρκησε πολύ. Η 5η μεραρχία αφού ανασυγκροτήθηκε στην Κοζάνη, διατάχθηκε να προχωρήσει προς βορρά. Έτσι, νικώντας τους Τούρκους στον Κόμανο κινείται προς το Σόροβιτς.
6η Νοεμβρίου 1912. Το Γενικό Στρατηγείο των Ελληνικών δυνάμεων που βρίσκονταν στο Όστροβο - Άρνισσα διατάσσει τις μεραρχίες του 4η και 5η, να κινηθούν προς Φλώρινα.
  Το Σόροβιτς απελευθερώνεται για δεύτερη φορά το μεσημέρι της 6ης Νοεμβρίου.
  Η μάχη του Σόροβιτς ήταν από τις σπουδαιότερες του Α’ Βαλκανικού πολέμου και διδάσκεται σαν πρώτο μάθημα (αιφνιδιασμός – πανικός) στις στρατιωτικές σχολές.
    Ο ακαδημαϊκός Σπύρος Μελάς, ο οποίος υπηρετούσε στην 4η Μεραρχία, στο βιβλίο του ¨οι πόλεμοι 1912-1913¨ αναφερόμενος στην απελευθέρωση του Σόροβιτς γράφει: «Αφήνοντας την Κόλαρτσι βαδίσαμε προς το Σόροβιτς. Όμως δεν βρήκαμε παρά σωρούς από ρημάδια. Από την πλούσια εκείνη κωμόπολη ελάχιστα σπίτια υψώνονταν ακέραια πάνω από τη μαύρη στάχ-τη. Ανάμεσα σ΄ αυτά ο σιδηροδρομικός σταθμός και το Ταχυδρομείον».
   Αυτό είναι, με λίγα λόγια, το ιστορικό πλαίσιο της μεγάλης αυτής ιστορικής επετείου για το Αμύνταιο και την περιοχή, που στο πέρασμα του χρόνου λησμονήθηκε και δεν γιορτάζετε τα τελευταία 20 και πλέον χρόνια !!.

(Ιστορικά στοιχεία δανείσθηκαν από: δημοσιευμένες εργασίες των Πλάτωνα Παπαδάκη, Αθαν. Μουτσόμπαμπα, Σπ. Μελά).

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ  ΤΗΣ ΦΛΩΡΙΝΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΜΥΝΤΑΙΟΥ ΑΠΟ ΚΥΠΡΙΟ  ΕΘΕΛΟΝΤΗ  ΤΩΝ  ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ  ΠΟΛΕΜΩΝ. (απόσπασμα) - (Πηγή του κειμένου: περιοδικό ΕΤΑΙΡΙΑ)

   Η  συμμετοχή των Ελλήνων της Κύπρου στα κινήματα και στους πολέμους για την απελευθέρωση της Μακεδονίας ήταν συνεχής και αδιάλειπτη και κορυφώθηκε με την εθελοντική στράτευση 1500 τουλάχιστον εθελοντών από τη μεγαλόνησο στους βαλκανικούς πολέμους.
  Στον κατάλογο των Κυπρίων ε­θελοντών του 1912-1913 συναντούμε ανθρώπους από αστικές και αγροτικές περιοχές και από κάθε επαγγελματική ομάδα, (αγρότες, γιατροί, δικηγόροι, εκπαιδευτικοί, κληρικοί, φοιτητές, μαθητές κ.ο.κ.) ενώ ο αριθμός των απωλειών του  κυπριακού σώματος ήταν ιδιαίτερα υψηλός: 45 Κύπριοι  έχασαν τη ζωή τους στις πολεμικές επιχειρήσεις και δεκάδες άλλοι τραυματίστηκαν. (1)
  Η εξέλιξη των βαλκανικών πολέμων ενθουσίασε τους Έλληνες της Κύπρου και ήταν μια τονωτική ένεση για το κυπριακό ενωτικό κίνημα καθώς η τακτοποίηση των μητροπολιτικών βορείων συνόρων θεωρούνταν στην Κύπρο απόλυτη προτεραιότητα πριν την επίλυση του κυπριακού ζητήματος το οποίο το 1912 φαινόταν εξαιρετικά απλό και η ένωση του νησιού με την Ελλάδα προσεχής και βε­βαία.
Καθρέπτη των αντιδράσεων και των αισθημάτων των εθελοντών των βαλκανικών πολέμων αποτελούν οι επιστολές και τα πολεμικά ημερολόγια τους, που δημοσιεύτηκαν σε κυπριακές εφημερίδες της εποχής.

  Δημοσιεύουμε ένα άγνωστο κείμενο που αναφέρεται στην περιοχή της Φλώρινας.
  Το απόσπασμα αυτό ανήκει στο πολεμικό ημερολόγιο του φοιτητή της Ια­τρικής Σχολής Αθηνών Ιωάννη Πηγασίου, βοηθού ιατρού στο Β' Φορητό Χειρουργείο που ακολούθησε τα στρατεύματα που απελευθέρωσαν τη Δυτική Μακε­δονία.
 Το ημερολόγιο του Πηγασίου δημοσιεύτηκε σε τριάντα συνέχειες στην ε­φημερίδα Φωνή της Κύπρου της Λευκωσίας (από το φύλλο της 5/18-1-1913 έως 3/16-8-1913) και είναι το μεγαλύτερο και πιο ενδιαφέρον ημερολόγιο Κυπρίου εθελοντή των βαλκανικών πολέμων.
  Ο Πηγασίου καταγόταν από τον Καραβά της επαρχίας Κερύνειας και πριν από την εγγραφή του στην Ιατρική Σχολή είχε απο­φοιτήσει από το Παγκύπριο Διδασκαλείο και εργαστεί ως δάσκαλος.
  Πρόσφερε τις ιατρικές του υπηρεσίες εθελοντικά και στην επανάσταση της Βορείου Ηπείρου (1914) και ήταν μέλος της ομάδας του Ελληνικού Ερυθρού Σταυ-ρού που στάλθηκε στο σερβικό στρατό (1914-1915). Ήταν ιδρυτής και πρώτος πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Εθελοντών και δημοσίευσε διηγήματα του σε Ημερολόγια και το Θεατρικό έργο «Ο δραπέτης διδάσκαλος» (1921). (2)
  Στο απόσπασμα που δημοσιεύεται εδώ ο Πηγασίου περιγράφει τις εντυπώ­σεις του από την απελευθέρωση της περιοχής ανάμεσα στα Καϊλάρια (Πτολεμαΐδα) και στο Σόροβιτς (Αμύνταιο) και την είσοδο στο Αμύνταιο και το Εξήσου (Ξινό Νερό), λίγα εικοσιτετράωρα πριν την άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού προς την Κοζάνη, στις 24 Οκτωβρίου 1912.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΠΗΓΑΔΙΟΥ
ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΛΑΙΑ ΣΥΝΟΡΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΣ  ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.
«Οποία τα καταληφθέντα μέρη από τα Καϊλάρια μέχρι Σόροβιτς.
   Είναι ένας παράδεισος. Είναι μία μαγεία. Η φύσις εχάρισεν εις αυτά, όλα τα στολίδια της. Εις αυτά τα μέρη έβαλαν χέριν φαίνεται όλοι οι θεοί της αρχαιότητος. Ιδού αι απέραντοι πεδιάδες με τους καρπούς της Δήμητρας, τας οποίας διασχύζουσι κελαρίζοντα ποτάμια, με διαυγέστατον ύ­δωρ. Η Άρτεμις εστόλισε τα βουνά, τους λόφους, τα όρη τα πυκνοφυτευμένα από δάση με τα διά­φορα είδη κυνηγίου. Ο Ποσειδών έβαλε το χέρι του και εσχημάτισε εν τω μέσω της τοιαύτης χώ­ρας μικρός θάλασσας εδώ και εκεί, ήτοι  λίμνας.
  Ο ψαράς με την βαρκούλλαν του, καταγίνεται μό­νος εις την αλιείαν των ιχθύων, και ούτω εις τα τοιαύτα μέρη, όπου δεν θα εγνώριζον τι είναι ψάριν, ως εκ της μεγίστης αποστάσεως εκ της θαλάσσης, τώρα κατορθώνουσι και τρώγουσιν οι κά­τοικοι φρέσκα τα ψάρια. Αυτά ίσως προσείλκυσαν και τον Διόνυσον δια να προσφέρη τα χαρί­σματα του. Ψάρια χωρίς κρασίν είναι μία αισθητή έλλειψις. Η δουλειά ήτο εις τα χέρια του. Διατί λοιπόν να μη εξάπλωση ενταύθα την βασιλείαν του; Ο οινοβαρής θεός είπε και εγένετο. Η άμπε­λος εβλάστησε παντού.  
  Απέραντοι πεδιάδες και μικροί λόφοι είναι κατάφυτοι από αμπελώνας.  Και σήμερον αυτά τα μέρη, προ πάντων το Σόροβιτς, παράγει τους περιωνύμους οίνους της Μακεδο­νίας. Δεν συγκαταλέγομαι μεταξύ των αγαπώντων τον οίνον. Και όμως ομολογώ ότι το άρωμα του και η γλυκύτης του με ευχαρίστησε πάρα πολύ.
 Κάποιος Βούλγαρος, εις τον οποίον ανέπτυξα, οποία θα είναι τα δώρα της ελευθερίας των, και πως θα περνώσιν υπό την ελληνικήν διοίκησιν, ενεθουσιάσθη και με επήρεν εις το σπίτιν δια να με κεράση.
  Δεν είχε και πολύ ο άνθρωπος, μόνον είκοσι χιλιάδας οκάδας είχε, το άλλο είχε πω­λήσει.
Μου εκέρασεν τσίπουρον και κρασίν. Ομολογώ ότι εκινδύνευοα να φανώ θιασώτης του οί­νου.
 Φαίνεται και η κυρά Κίρκη ότι θα έφθασεν έως εδώ με την  μαγικήν της ράβδον, και θα μετέ­βαλε όλους τους χονδροειδείς και εχθρούς της Αθηνάς... εις χοίρους. Αγέλαι χοίρων κατά χιλιά­δας βόσκουσιν εις τας πεδιάδας και λειβάδια. Χοίροι μάλιστα των 150 και 200 οκάδων.
 Ωρισμένως δε ο Παν, εδώ πέρα θα είχε την πρώτην καλύβην του και μάνδραν, διότι αμέ­τρητα πρόβατα βόσκουσι ανά τα όρη και πεδιάδας, κάποτε δε αναμίξαμε τους σωματώδεις βουβά­λους. Ο πτερωτός κόσμος, ο μόνος κύριος του αιθέρος, προσθέτει ακόμη ένα στόλισμα εις όλην αυτήν την μαγείαν.
  Το βλέμμα του θεατού, το ατενίζον όλην αυτήν την ωραίαν φύσιν προσπίπτει επί των απομακρυσμένων ορέων, τα οποία κανείς νομίζει, ότι είναι ασβεστωμένα από της κορυφής μέχρι του ριζώματος. Προ πάντων δε το θέαμα είναι γραφικώτατον, όταν προβάλη από μέσα από τα παχέα νέφη ο χρυσούς ήλιος, ο οποίος δια των ακτίνων του χρυσίζει τας κατάλευκους αυτός κορυφάς. Ιδού λοιπόν, ω αναγνώστα μου, οποίον παράδεισον κατώκουν κι εβασίλευον οι δαίμονες.
    Αυτός όλος ο παράδεισος, δεν εποτίζετο μόνον με το νερόν των ποταμών. Εποτίζετο έως χθες και με αγγελικόν αίμα. Δι’ αυτό και ο Άρης με πυρ και με μάχαιραν ώρμησεν από τα κορυ­φάς του Ολύμ-που δια να δείξη εις τον πρωτότυπον αυτόν κηπουρόν, ότι δεν αρδεύονται με αίμα οι τοιούτοι κήποι. Τον επήρεν από το αυτί και κακήν κακώς τον  εξεδίωξε δια παντός.
Το Σόροβιτς Εξήσου

  Είναι τη αλήθεια μία ωραιότατη μικρά πόλις. Το Σόροβιτς είναι σταθμός του σιδηροδρόμου, όστις έρχεται από το Μοναστήριον προς την Θεσσαλονίκην. Ως εκ τούτου είναι κέντρον εμπορίου. Εκ του Σόροβιτς παραλαμβάνουσι τα εμπορεύματα των τα Καϊλάρια, η Κοζάνη, τα Σέρβια, η Ελασσών. Ως εμπορική λοιπόν πόλις, έχει πλουσιώτατα εμπορικά καταστήματα. Ως είπομεν παράγει οί­νους, τους οποίους σκορπίζει εις τα διάφορα μέρη της Μακεδονίας. Έχει ωραίας και κομψάς οι­κίας. Είναι νεόκτιστος πόλις, διότι κατά το 1903 είχε καταστροφή υπό των Τούρκων. Οι κάτοικοι του Σόροβιτς είναι Έλλη-νες και Βούλγαροι, ελάχιστοι δε Τούρκοι. Οι Βούλγαροι υπερέχουσιν, ομιλούσιν όμως αρκετοί και την Ελληνική καθαρώτατα. Μου εκίνησε την περιέργειαν, διότι η όψις των μάλλον είναι ελληνική.
 Επί τέλους κατώρθωσα να μάθω, ότι είναι απ' εκείνους, οι οποίοι ηναγκάσθησαν να  εκβουλγαρισθώσιν και ως εκ τούτου ομιλούσι την Ελληνικήν και έχουσιν όψιν ελληνικήν. Τότε ηδυνήθην να εξηγήσω και τον ακράτητον ενθουσιασμόν των διότι ηλευθερώθησαν.
    Όταν έτρεξεν ένας Βούλγαρος, έξαλλος από τον ενθουσιασμόν του και με ενηγκαλίσθη και με εφίλησεν, και μου εφώναξε με συγκίνησιν «βρε παιδίν μου Γιάννη ο Θεός μας ελυπήθη πλέον και μας έσωσεν» έμεινα σας βεβαιώ εμβρόντητος. Εκατάλαβα ότι η συγκίνησίς του ήτο πραγματι­κή και ότι εξήρχετο από το βάθος της καρδίας του. Αδύνατον όμως από βουλγαρικών καρδίαν να εξέλθη ένας τοιούτος ενθουσιασμός. Και όμως κάτω από τα βουλγαρικά ενδύματα και τα δέρματα με τα οποία ήτο τυλιγμένος, εκρύπτετο Έλλην. Και ούτως είχον τα πράγματα. Διότι παρέκει συνήντησα τον Βούλγαρον παπάν, συνάντησα άλλους. Ουδεμίαν λέξιν ελληνικήν εγνώριζον. Η μετω­πική των χώρα ουδεμίαν ομοιότητα με την ελληνική είχεν.
Το χονδροειδές του σώματος των  εδείκνυεν ότι ήσαν Βούλγαροι πραγματικοί.
    Το Σόροβιτς έχει 2 εκκλησίας. Μίαν ελληνικήν και μίαν βουλγαρικήν. Και αι δύο είναι πα­λαιοί εκκλησίαι ρυθμού βυζαντινού.
  Η τοποθεσία του Σόροβιτς είναι γραφικωτάτη. Ευρίσκεται παρά την ομώνυμον λίμνην. Εις την αντιπέραν όχθην της λίμνης, απέναντι του Σόροβιτς ευρίσκε­ται το Πέτερσκον και άλλα χωρία.
  Προς βορράν δε του Σόροβιτς εις απόστασιν μιας και ημισεί­ας ώρας ευρίσκεται το Εξήσου. Το Εξήσου φαίνεται, μεγαλύτερον του Σόροβιτς. Ωνομάσθη Εξήσου διότι φέρει ξεινόν νερόν τουρκιστί εξησού. Και πράγματι είναι ξεινόν το νερόν, ως λεμονάδα. Και εδώ υπάρχουσιν αρκετοί Βούλγαροι, οι οποίοι διατηρόσιν ένα θαυμάσιον  σχολείον. Δια του Εξήσου διέρχεται ο σιδηρόδρομος Μοναστηρίου.
  Εις το Εξήσου κατοικούσι και πλείστοι Έλληνες, οι οποίοι κατά τον Μακεδονικόν αγώνα υ­πέφεραν πάρα πολύ από τους Κομιτατζήδες Βουλγάρους. Διπλή λοιπόν η χαρά αυτών . Πέραν του Εξήσου υψούνται τα βουνά αυτού, πέραν των οποίων αρχίζει η πεδιάς της Μπανίτσης, δια της οποίας διέρχεται ο προς την Φλώριναν δρόμος».


1 . Περισσότερα για την κυπριακή συμμετοχή βλ. Πέτρος Παπαπολυβίου, «Η συμμετοχή της Κύπρου στους βαλκανικούς πολέμους» στο (εκδ. ΕΛΙΑ) Η Ελλάδα των βαλκανικών πολέμων 1910-1914, Αθήνα 1993, σ.σ. 109-120.
2.  Για τη δράση του Ε. Θεμιστού στους πολέμους του 1912-13 βλ. εφημ. Νέον Έθνος (Λάρνακα), 3/16-11-1912, Κυπριακός Φύλαξ (Λευκωσία), 29-11-1913, και Αλήθεια (Λεμεσός), 6-12-1913.  Η επιστολή του Θεμιστού δημοσιεύτηκε στην εφημ. Κήρυξ (Λεμεσός), 28-6-1913 και πρέπει να γράφτηκε στις αρχές του Ιουνίου 1913, κατά τις παραμονές του ελληνοβουλγαρικού πολέμου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.