Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2024

Καλά, αληθινά Χριστούγεννα!

 (Του Α.Θ.Ρ., από το ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ που κυκλοφορεί)…
  Το ομορφότερο, το γλυκύτερο, το αθωότερο, το ανθρωπινότερο παραμύθι του κόσμου, που σίγουρα εμπνεύστηκαν εκείνοι οι σοφοί Ευαγγελιστές μας και που αμφιβάλω αν παρόμοιο του, παίζει σε άλλες θρησκείες του κόσμου!
   Ένας φτωχούλης πρόσφυγας, ομορφούλης, κυνηγημένος, αθώος, θεούλης, γεννιέται σε μια φάτνη αλόγων, κάτω απ’ τα θερμαντικά χνώτα, αθώων, συμπαθέστατων ζωντανών…
   Μια σπηλιά του βουνού, στεγάζει στοργικά το νεογέννητο, που φωτίζεται κατακέφαλα από ένα υπέρλαμπρο, νεοεμφανιζόμενο μέγα – αστέρι!
   Πρώτοι έκθαμβοι προσκυνητές του νέου θεού, όχι βασιλιάδες, πρίγκιπες και λεφτάδες, αλλά απλοί φτωχοί Παλαιστίνιοι βοσκοί! (πρόγονοι, αυτών που σφαγιάζει σήμερα ανελέητα το Ισραήλ!), 45.000 άμαχοι ως τα τώρα!
   Ακολουθούν στην προσκύνηση, οι σοφοί, οι μάγοι, οι αστρολόγοι, του πανάρχαιου πολιτισμού των Ζωροαστρών Περσών, που σηματοδοτεί τη συνέχεια στην ανθρώπινη πορεία των θρησκειών!
   Εβραιόπουλο ο Χριστός κι η γενιά του, που τόσο διαφέρει απ’ τα σημερινά Εβραιόπουλα, που ισοπεδώνουν κτίρια και αντίσκηνα, μαζί με τους σε απόγνωση αθώους ανθρώπους…
 
  Η Ειρήνη, η Αγάπη, η Ισότητα, ήταν η πεμπτουσία του κηρύγματος της νέας θρησκείας, που έβγαινε μέσα από έναν Ρωμαιοκρατούμενο, σφαγιαζόμενο Εβραϊκό κόσμο!
   Η Ειρήνη, που δεν ακούμε καν να ψελλίζουν σήμερα οι μεγαλο – ρασοφόροι Χριστιανοί, Εβραίοι, Μουσουλμάνοι, σ’ έναν αιμορραγούντα, ιερές για τις τρείς αυτές θρησκείες τόπο.
   Ούτε υπουργοί των καθεστώτων τους να ήταν οι… άγιοι, αυτοί, χρυσοστόλιστοι εκπρόσωποι του Χριστού, του Γιαχβέ, του Μωάμεθ!
   Αποδεικνύουν με τη στάση τους γενικά, την αδιαμφισβήτητη διαχρονικά αρχή που λέει… «Η εξουσία διαφθείρει συνειδήσεις και πρακτικές»!
   Η «φιλανθρωπία» που πλασάρεται σαν θεϊκή επιταγή, ιδίως στο Μουσουλμανικό κοράνι, αλλά και στον Χριστιανισμό των δεσποτάδων, είναι η «ασπιρίνη» σαν βοήθεια στον καρκινοπαθή!
   Το Αποστολικό, των παραβολών του Ιησού, μιλάει για ρηξικέλευθη αλλαγή, στη βάση της ισότητας για τους έχοντες «δύο χιτώνες» και για τη… «δυνατότητα της καμήλας να περάσει απ’ της βελόνας την τρύπα, που είναι ίδια με την πιθανότητα πλούσιου, να μπει στον παράδεισο»!
   Αν αυτές δεν είναι ένας επαναστατικός, ακροαριστερός πολιτικός λόγος, τότε ποιος είναι; Αυτός του Κασσελάκη;
   Ζήσαμε ολοζώντανο, μαγικό, αθώο, θεραπευτικό, στα μικράτα μας, το Χριστουγεννιάτικο όνειρο.
   Χωρίς φανταχτερά στολίδια, δώρα, ιντερνέτ, υπερκαταναλωτική υστερία, με μόνο εφόδιο την αχαλίνωτη παιδική φαντασία, να φτιάχνει το όνειρο πραγματικότητα…
   «Πέστο πάλι γιαγιά, πέστο πάλι», ψέλλιζα στην Θρακιώτισσα γιαγιά μου Σουλτάνα, το παραμύθι της πατρίδας της, με την γιαγιούλα που κίνησε αξημέρωτα για την εκκλησία, για τα Χριστούγεννα, που το δωδεκαήμερο έχουν κράτος κι εξουσία, τις νύχτες, οι καλικάντζαροι…
   «Άλλη φορά παιδάκια μου, στην εκκλησία δεν πάω αν δεν λαλήσει ο πετεινός και βγει το πρώτο αστέρι»!
   Οι καλικάντζαροι αιχμαλώτισαν την γιαγιούλα, την ανέβασαν σε ένα καραγάτσι, την βάζαν να λέει το τραγουδάκι, την περιγελούσαν και την κερνούσαν αντί για κάστανα… καμηλόσκατα!
   Σίγουρα στην Ανατ. Θράκη είχαν καμήλες και ξέραν από τα …καμηλόσκατα, που μοιάζουν με κάστανα!
   Κι εγώ τρομαγμένος, αηδιασμένος, μαγεμένος, ζητούσα επίμονα… «Πέστο πάλι γιαγιά, πέστο πάλι»!
   Στο νεκροταφείο μας του Αη Νικόλα, τότε υπήρχαν δεκάδες τεράστια καραγάτσια, που στην φαντασία μου τα έκαμνα σημείο που ανέβασαν την άτυχη γιαγιούλα…
   Τα καραγάτσια, που ήταν τεράστια, μεγάλα, γιγάντια δέντρα, κι είχαμε τέτοια στην περιοχή μας, χάθηκαν εδώ και 50 χρόνια απ’ το προσκήνιο… Αρρώστια; Μόλυνση περιβάλλοντος; Σίγουρα κάτι τα εξαφάνισε. Και σήμερα, μόλις γίνουν αυτοφυή, 2-3 μέτρα σε ύψος, ξεραίνονται…
   Μεγαλώσαμε με… «μπούμπες», «πλασίϊλα», «καλικαντζάρους», «άγριους χωροφύλακες» και «δασκάλους» που κρατούσαν βέργα! Καλό; Κακό; Βλακώδες; Αντιπαιδαγωγικό; Σίγουρα ακραίο, όπως ακραίο είναι κι η άνευ ορίων ελευθεριότητα, που φτάνει στην άμετρη βλακεία!
   Και ο γονιός να γίνεται συνήγορος της κάθε αταξίας του γόνου του…
   Το ’56, πήγαμε με τη μάνα μου στη Σαλονίκη να περιμένουμε τον μετανάστη πατέρα μου, που θα ‘βλεπα για πρώτη μου φορά!
   Απ’ το Τορόντο στη Νέα Υόρκη, κι από κει με πλοίο 10-12 μέρες στην Χάβρη της Γαλλίας, κι από κει, με τραίνο, Σαλονίκη!
   Στη Σαλονίκη, πάντα μέναμε στο ξενοδοχείο «Βιέννη», στις συχνές επισκέψεις μας στον παππού Αργύρη, στο Γεντί Κουλέ. Είχαμε γίνει οικογενειακοί φίλοι με την ιδιοκτήτρια την Μανώλαινα και τα τρία της παιδιά, που κάποτε φιλοξενήσαμε σε διακοπές τους στο Σκλήθρο. (Το «Βιέννη» υπάρχει σαν διατηρητέο στην Εγνατία).
   Στο τελωνείο του σιδηροδρομικού σταθμού, ένα μεγάλο ραδιόφωνο που έφερε ο πατέρας μου, το θεώρησαν «ασύρματο» και το κράτησαν, μέχρι την επόμενη να το δει «ειδικός»!
   Ήταν η εποχή των «ασυρμάτων», που κάθε όσο διαβάζαμε στις εφημερίδες, για συλλήψεις αριστερών, που στέλναν σήματα στο «παραπέτασμα»! (Η κατηγορία για «ασυρματο - κατασκοπεία», σήμαινε… θάνατο!).
   Ήταν λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, κοντά στα άλλα καλούδια που έφερε ο πατέρας μου, έφερε και λαμπάκια Χριστουγεννιάτικα και μπάλες και στολίδια για το δέντρο, που στήσαμε όλο έπαρση, στο μπαλκόνι του σπιτιού μας! Μόνο που το βράδυ με σφεντόνες, οι μπόμπιρες της γειτονιάς κατέστρεψαν απελπιστικά, την προκλητική μας «Αμερικανιά», να ‘χουμε φωτισμένο, λουσάτο Χριστουγεννιάτικο δέντρο, τότε που τα στολίδια ήταν βαμβάκι στα κλαδιά κομμένου κέδρου, τυλιγμένα με σελοφάν από καραμέλες, πακέτων τσιγάρων, καρύδια, μήλα, ξυλοκέρατα, μανταρίνια…
   Κάλαντα έπαιζα πάντα με τον ξάδελφο μου Άγγελο και 3-4 άλλα, πάντα τα ίδια γειτονόπουλα.
   Ο αγαπητός σήμερα παπα – Μάρκος, ήταν πάντα στην ομάδα μας, που ξεκινούσε αξημέρωτα, γύρω στις 4 το πρωί, σ’ ένα σιβηριανό τότε Αμύνταιο. Κάστανα, ξυλοκέρατα, μύγδαλα, μανταρίνια, ήταν το καλαντίσιο ρεγάλο μας, που πάντα κινδύνευε από ρεσάλτο κι αρπαγή, κάποιων αλητήριων παιδιών (μπούλινγκ)…
   Κάποια λιγοστά κέρματα, μας δώριζαν πάντα οι ίδιοι, γαλαντόμοι Αμυνταιώτες, που τους τιμούσαμε πρώτους – πρώτους, κάθε χρονιά.
   Στα πάμπολλα τότε μαγαζιά της πόλης, δε τα «λέγαμε», αφού αξημέρωτα τα είχαμε πει στο σπίτι τους! Υπήρχε «ηθική» επαγγελματική!
   Παραμονή Χριστούγεννα, χέρι – χέρι με την μάνα μου, πηγαίναμε στο πρακτορείο ΚΤΕΛ του Σιώκη, στη Πλατεία Αγοράς, για κείνα τα φρικτά πράσινα λεωφορεία, με τα ξέχειλα γόπες τσιγάρων τασάκια, τη μυρωδιά ξερατών και βενζίνης, που αναστάτωναν αυτοστιγμής τα σωθικά μου, για 18 χιλιόμετρα, μέχρι τη στάση «Καρυδιά» του ολοζώντανου τότε Σκλήθρου.
   Εκείνη η καθάρια οξυγονούχα ανάσα, με μια υπόγευση καμένης βελανιδιάς, που ξέχειλα πλημύριζε τα σωθικά μου μόλις προσγειωνόμασταν στη στάση, ακόμα υπάρχει μέσα μου.
   Στο Αμύνταιο που καίγαμε όλοι σχεδόν λιγνίτη, είχε τον χειμώνα μόνιμα (εκτός αν φύσαγε βοριάς), σιχαμένη μυρωδιά θειαφιού!
   Κατηφορίζοντας προς το μεσοχώρι, δεκάδες άδολα ζεστά χωριανά καλωσορίσματα, συνοδεία φιλιών, από συγγενείς, φίλους ή απλά χωριανούς, γέμιζαν τη ψυχή μας ευτυχία… «λε-λε ζλάτνο τσιιέντο», «ζλάτνα Τίνκα»! (χρυσό παιδί, χρυσή Αθηνά).
   Φυσικά και σάλια γεροντίστικα στα μάγουλα μου, που σκούπιζα άμεσα, προς στενοχώρια του συγγενή μας… 18 χλμ απ’ το Ελληνόφωνο στη πλειοψηφία Αμύνταιο, απ’ το Ελληνόφωνο Θρακιώτικο σπιτικό των άλλων δικών μου, έμπαινα αύτανδρα σε μια άλλη γλωσσική, πολιτιστική, ιστορική περιοχή, των άλλων δικών μου!
   Η μάνα μου, που τότε εκτός από Ελληνικά άλλαζε αυτόματα CD γλωσσικό, σαν μορφωμένη αλλόγλωσση! Τα τελευταία της χρόνια, με εγκατεστημένη μια γεροντική ψιλοάνοια, μου μιλούσε… μακεδόνικα! Κι όταν γελώντας τη ρωτούσα… «γιατί μιλάς έτσι ρε μάνα»; Μου απαντούσε απορημένη… «γιατί, πως μιλάω»;
   Στο βάθος του εγκεφάλου της, ήταν γραμμένη ανεξίτηλα η μητρική της γλώσσα, που έμαθε πριν πάει στο σχολείο του χωριού της. Άλλωστε (ιατρικά), ο φλοιός του εγκεφάλου, που με το χρόνο φθείρεται, έχει σχέση με το «φρένο» στην συμπεριφορά μας, τον «καθωσπρεπισμό», τη «νέα γνώση», που δύσκολα «γράφει» ο ηλικιωμένος! (εγώ π.χ., είμαι τελείως σκράπας στα της «πληροφορικής!».
   Στο κατά βάση Ελληνόφωνο Αμύνταιο, οι ντόπιοι κάτοικοι, ακόμα και οι «Γκρεκομάνοι», θρηνολογούσαν και μοιρολογούσαν τον πεθαμένο τους… μακεδόνικα! Είχα προσωπικές εικόνες θρήνων στο Αμύνταιο, στη θητεία μου στο Ξινό Νερό και φυσικά, πάμπολλες στο Σκλήθρο…
   Η βαριά θλίψη, όπως και η γλεντοκόπα χαρά, απελευθερώνουν, δεν σηκώνουν μασκάρεμα, καθωσπρεπισμό, φόβο, ντροπή!
   Ποιος ντόπιος, φανατικός «Ελληνόψυχος», στο πανηγύρι του χωριού του, στο γάμο του παιδιού του, παραγγέλνει στα όργανα να χορέψει… τσάμικο Μοραΐτικο, ποντιακό της Σαμψούντας, καρσιλαμά της Καππαδοκίας, Κρητικό πεντοζάλη ή τον Ικαριότικο;
   Στο κέντρο του χωριού, απέναντι ακριβώς απ’ το κατασχεμένο τότε (όχι από χρέη) αρχοντόσπιτο του παππού μου, που μέχρι την δεκαετία του ’60 στέγαζε την χωροφυλακή, στο αγροτόσπιτο του Ντέντο Φώτη και της Ντάντε, δίπλα στο ποτάμι, σε κείνο το φτωχό αλλά γεμάτο καλούδια νοικοκυρίστικο σπίτι των συγγενών μας, καταλήγαμε πάντα, στα χρόνια της παιδικής μου μαγικής ηλικίας.
   Οι πιο ζεστές, ονειρικές παιδικές μου στιγμές, ξετυλίχτηκαν σε κείνον τον θαυμαστό, ανθρώπινο, γήινο παράδεισο, ασύγκριτο για μένα, με τον οποιονδήποτε φτιαχτό, φαντασμαγορικό, πλούσιο και τεχνητό!
   Παραμονή Χριστουγέννων το βράδυ, ο Ντέντο Φώτης με πήγε χέρι – χέρι στο μαγαζί του Πότκα, στο σπίτι της θείας μου Μαρίκας Σταμάτκου και μου αγόρασε έναν «πλακέ» φακό! Χρησιμότατο σ’ ένα χωριό χωρίς δημόσιο φωτισμό, που το διέσχιζαν τρία ανοιχτά ποτάμια! Όλοι οι χωριανοί τότε, κυκλοφορούσαν τη νύχτα στους δρόμους με φανάρια θυέλλης, με πετρέλαιο. Ο φακός ήταν η …πρόοδος το μέλλοντος!
   Άλλοτε μου αγόρασε μια σβούρα, κάποτε έναν σουγιά, ένα «σουράτι» (μάσκα) για το πρωτοχρονιάτικο καρναβάλι του χωριού, που κρατούσε τρία μερόνυχτα!
   Του Αη Γιαννιού και μετά την γιορτή του θείου Φώτη που περνούσε όλο το χωριό, με σφιγμένη την καρδιά, ανηφορίζαμε με την μάνα μου για τη στάση του λεωφορείου, που άλλοτε καθυστερούσε, απ’ το Λέχοβο, κι άλλοτε με κλεισμένο το δρόμο προς Αμύνταιο απ’ τα χιόνια, για μέρες συνέχιζαν οι διακοπές μου στο Σκλήθρο.
   Του Αη Γιαννιού, στην ίδια διαδρομή προς Αμύνταιο, γύριζαν βαρύθυμα και τα Λεχοβιτάκια, μαθητές Γυμνασίου στο Αμύνταιο, που γνώριζα, αφού σχεδόν όλα μέναν στη γειτονιά μας, στις παρόδους της Αριστοτέλους.
   Μαζί με το καλάθι με την πίτα, τα φασόλια, το ψωμί, σχεδόν πάντα είχαν κι από ένα τσουβάλι καυσόξυλα, για κείνη τη φτωχική τους σομπίτσα, που προσπαθούσε να διώξει την παγωνιά και την υγρασία, απ’ την μισοπαγωμένη ανήλιαγη χαμοκέλα που νοίκιαζαν!
 
  Τα Χριστούγεννα γι’ αυτούς, στο όμορφο και πολυάνθρωπο τοτινό χωριό τους, ήταν παραδεισένια διαμονή σε 5/άστερο ξενοδοχείο στις Άλπεις, που διαφημίζουν σήμερα και βλέπουμε στην TiVi να χαίρονται οι διάσημοι λεφτάδες, ευτυχισμένοι(!) του κόσμου! Μόνο που η ομορφιά, το απόλυτο καλό, η ευτυχία, είναι κρυμμένα στην αγάπη, την ανθρωπιά, την αθώα λαϊκότητα, την γνησιότητα, την αλήθεια!
   Το τέλειο Χριστουγεννιάτικο σκηνικό των Ευαγγελιστών, έβαλε τον Χριστούλη να γεννιέται σε φάτνη αλόγων, όχι στο παλάτι του κάθε χλιμίντζουρα, που θεοποιούν σήμερα και προσκυνούν πιστοί και άπιστοι!
   Από ένα επαναστατικό, σχεδόν αριστερίστικο, προοδευτικό κίνημα για την εποχή του, κι όχι μόνο, ο Χριστιανισμός, κατάντησε ο ορισμός του κατεστημένου, του βολεμένου, του υποταγμένου στους σύγχρονους «Νέρωνες» της δύναμης, της παρανομίας και του χρήματος!
   Οι Φαρισαίοι, οι Γραμματείς και οι έμποροι του ναού που κατακεραύνωσε ο Ιησούς, τελικά αποδείχθηκαν ενέλικτα ανίκανοι, στην εξέλιξη της Χριστιανικής πορείας…
   «Καλά Χριστούγεννα» σε όλους μας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.