Η
ξενάγηση από τον εικαστικό Γιάννη Πρώιο
στο εικαστικό κέντρο «Ήλιος» του Δήμου Νεάπολης – Συκεών, ήταν ένα ταξίδι σε
γνωστούς αλλά και αχαρτογράφητους προορισμούς.
Με
τον ποιητικό του λόγο, μας μετέφερε στους μεγάλους σταθμούς της ζωής του για να
τη ξεδιπλώσει και στη συνέχεια να αναδείξει με τα έργα του, τις ευαισθησίες του
και τις εν γένει ανθρωπιστικές του αξίες.
Υπό
την υπόκρουση των ορφικών ύμνων και υπό το βλέμμα σπουδαίων ποιητών, τα έργα
του Γιάννη πήραν σάρκα και οστά και συνομίλησαν μαζί μας…
Κάθε
πίνακας και μια ιστορία που καταγράφει και σηματοδοτεί τις σημαντικότερες
στιγμές της πορείας του καλλιτέχνη.
Το
χωριό του, ο Άγιος Παντελεήμονας, η φύση, τα «μακεδονονίτικα πουλιά που λαλούν μακεδονίτικα» κατά τον Μάρκο Μέσκο,
οι κόκκινες πιπεριές είναι οι πηγές έμπνευσής του. Το εφαλτήριο, όμως, στην
τέχνη του είναι η ιδεολογία του.
Σε
δεσπόζουσα θέση στον χώρο της έκθεσης, κυματίζουν περήφανα ως σημαίες, δύο
banner με τα κριτικά σημειώματα των σπουδαίων ποιητών, Μάρκου Μέσκου και Βαγγέλη
Τασιόπουλου.
Ο
σπουδαίος ποιητής Βαγγέλης Τασιόπουλος
γράφει: «Από τα πρώτα βήματα στην
Τέχνη κάποιος/α ανακαλύπτει πως εκείνο που σε ωθεί σε τούτο το συγκλονιστικό
παιχνίδι ζωής είναι ο άτακτος νους, η οργιώδης φαντασία, η ευαισθησία και η
συγκίνηση.
Η ασύμβατη με τις παραδοχές συμπεριφορά και
κυρίως η διαφορετική ματιά του κόσμου είναι η δωρεά, το στίγμα, ή η κατάρα του
καλλιτέχνη.
Το δημιούργημά του είναι η ομολογία πίστης
έξω από κανόνες και θεσμοθετημένα όνειρα. Για τον καλλιτέχνη δεν υπάρχουν
αβλαβείς διελεύσεις, αλλά διαρκείς αγώνες με νίκες και ήττες σ’ έναν κόσμο ο οποίος άλλοτε λοιδορεί, άλλοτε
αδιαφορεί, ενίοτε παραχαράζει μέχρι που κάποτε τον εγκαλεί για την ευγνωμοσύνη
και τη μεγαλοθυμία του μολονότι υπάρχουν φορές που υποκλίνεται.
Η Τέχνη αποτελεί την πιο ευγενική και συνάμα
την πιο ακραία εκφραστική συνιστώσα του ανθρώπινου βίου. Ο συγκερασμός του
μεγαλειώδους με το ταπεινό, του καλού με το κακό, της ομορφιάς με την ασχήμια
και πλείστων άλλων αντιθέσεων συγκροτούν το υλικό της με απώτερο σκοπό την
αρμονία. Κι όπως η ζωή εμπεριέχει τα πάντα, ακόμη και τον θάνατό της σε μια
δυναμική διαδικασία ώσμωσης, έτσι και η ώσμωση των Τεχνών είναι η αναμφισβήτητη
μυητική οδός η οποία οδηγεί στη δημιουργία.
Ο Γιάννης Πρώιος ως άνθρωπος - καλλιτέχνης,
ζει τον δημόσιο βίο με πάθος, βιώνοντας όσα συμβαίνουν συμμετέχοντας. Αντλεί
από τους αγώνες και τις διεκδικήσεις τα βασικά δομικά υλικά του έργου του.
Γίνεται εκφραστής της συλλογικής συνείδησης της κοινωνίας που αναζητά την
δικαιοσύνη, την ελευθερία και την αυτοδιάθεση.
Ζητούμενό του δεν είναι η «ουδέτερη» άνευρη
δημιουργία εργαστηρίου δίχως κοινωνικές αναφορές, αλλά αντίθετα ο σχολιασμός,
κυρίως η θέση και η ανάδειξη με συνέπεια και ευαισθησία θεμάτων που αφορούν
στον άνθρωπο. Η ζύμωση στην κοινωνική δράση του Γιάννη Πρώιου δεν πιστεύω πως
είναι συγκυριακό γεγονός, αλλά πράξη απολύτως συνειδητή κι ως εκ τούτου ο
πυρήνας του εικαστικού του έργου.
Αναμφίβολα κράτησε το χέρι του αδύναμου, του
τυραννισμένου, της πόρνης, όλων όσων το περιθώριο έχει στεγάσει για να
λειτουργήσει η κανονικότητα μιας κοινωνίας δήθεν. Ο Πρώιος τολμάει να μιλήσει
μέσα στον θόρυβο να εικονοποιήσει τη ζωή με τρόπο ποιητικό. Ο δημιουργικός
αυτός προσανατολισμός εδράζεται στη γνωστή ρήση η οποία διασώθηκε από τον
Πλούταρχο και αποδίδεται στον Σιμωνίδη τον Κείο ο οποίος θεωρούσε «Την μεν
ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν, τη δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν».
Η συστηματική προσπάθεια του σπουδαίου αυτού
καλλιτέχνη για τη σύζευξη της ζωγραφικής με την ποίηση και η εν γένει συνομιλία
μεταξύ των Τεχνών ως απαύγασμα της δημιουργικής του πείρας μετουσιώνεται σε
αισθητική πρόταση με θαυμαστά αποτελέσματα.
Η ποιητική των εικόνων λοιπόν αποτελεί ένα
εικαστικό-ποιητικό ανθολόγιο, όπου ο υπαινικτικός ποιητικός λόγος κοσμεί την
δυναμική των εικόνων, ούτως ώστε τα πάντα να λειτουργούν στο πλαίσιο ενός
δημιουργικού διαλόγου.
ΥΓ. Ας
μου επιτραπεί να επισημάνω πως τούτο το ταπεινό σημείωμα είναι η σκυτάλη που
μου δόθηκε από τον σπουδαίο ποιητή Μάρκο Μέσκο να μιλήσω, για τα έργα και τις
ημέρες του καλλιτέχνη Γιάννη Πρώιου και να προσθέσω λίγα λόγια ως αντίδωρο και
έκφραση τιμής».
Ένας
από τους σημαντικότερους ποιητές της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς ο Μάρκος Μέσκος γράφει:
«Πρώτη φορά «βλέπω» εικαστικά έργα του προσφιλούς μου
Γιάννη Α. Πρώιου – δεν γνώριζα καν ότι
μέρος του δημιουργικού του βίου είναι και η ζωγραφική.
Πρόκειται λοιπόν περί εκπλήξεως (για μένα) η
αναμενόμενη -νέα;- έκθεση του παρόντος
εικαστικού του έργου. Με τις δυνατότητες ενός ευαίσθητου, πιθανόν, παρατηρητή
της Τέχνης γενικότερα και όχι ενός αρμόδιου τεχνοκριτικού, ευθύς αμέσως, πρέπει
να σημειώσω: Η παρούσα ενότητα «Το κόκκινο που αγάπησα» αφορά την κόκκινη πιπεριά: σαν γενετήσια
αίσθηση της μητέρα γης, σαν καρπός χρήσιμος, σαν όραμα και πραγματικότητα
κατ’ επανάληψιν, κυριαρχεί στις
εικαστικές του συνθέσεις. Η αρχή και το όποιο τέλος της προβληματικής του.
Κοντολογής το μπαρούτι του μπούκοβου πιπεριού, -μήπως η ψυχή του τόπου; Κι ο τόπος είναι τα Βαλκάνια βεβαίως αλλά και
η ιδιαιτέρα (η χωρική) πατρίδα του Γιάννη Α. Πρώιου– και όχι μόνον.
Ο υπερρεαλισμός του εγχειρήματος (με την
«εμπράγματη φαντασία» του), βασίζεται στην υπέρβαση του ταπεινότατου αυτού
λαϊκού υλικού: της περιφρονημένης πιπεριάς που, κυρίως, σα διακοσμητικό έδεσμα
και γαρνιτούρα προσφέρεται το τραπέζι της καταναλωτικής κοινωνίας.
Η προσοχή του καλλιτέχνη προσηλωμένη στην αισθητική
του πρόταση καθώς οι κόκκινες πιπεριές συστρέφονται (έτοιμες να εκραγούν)
ανάμεσα γης και ουρανού μέρα νύχτα. Τολμηρές οι συνθέσεις του (κυπαρίσσια,
φεγγάρια, δέντρα, οφθαλμού, μούρο -κόκκινο-
ώχρες, σφυροδρέπανα, ουρανοί εποχών, σύννεφα και χλόη και βουνά που
στάζουν αίμα), όλα καφτερά και ως πρώτη φορά προτεινόμενα από έναν άγνωστον στο
πλατύ κοινό καλλιτέχνη, τον Γιάννη Α. Πρώιο.
«Το κόκκινο που αγάπησα» του ζωγράφου, παρά την «αγριότητά» του στις
εικαστικές του κορυφώσεις, υπενθυμίζει διαρκώς την κρυφή καθημερινότητα της
ζωής μας, σαν αγάπη μόνιμη, σαν μελλοντική (αλλά και παρούσα) κακοτοπιά και ως
τιμωρία του άφρονα συγκαιρινού ανθρώπου.
Ελπίζω να προσθέσουν και άλλες προσεγγίσεις
στο σημείωμά μου οι επισκέπτες της Εκθέσεως των έργων του Γιάννη Α. Πρώιου».
Μαρίνα Κάγκα
Επιμελήτρια
Πανεπιστημιακών Συγγραμμάτων
Εξαισιο αρθρο της ως ανω κυριας δια δευτερη φορα προς την
ΑπάντησηΔιαγραφήσυμπαραστασην του κ. Πρωϊου.
Ευχομαι και εις το μελλον να υπερασπιζεσθαι τα ιδανικα και
οπως λεει ενα αποφθεγμα= Κυριε θα προτιμουσα να πεθαινα
δια να υποστηριξω το δικαίωμά σας να τα λέτε==
μφχ
αμυνταιο
Θερμά συγχαρητήρια στην εφημερίδα "Περισκόπιο" και στην κυρία Κάγκα, που με τόσο γλαφυρό τρόπο αναδεικνύουν την καλλιτεχνική δημιουργία!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαρινάκι μου, εξαιρετικό κείμενο, που ταιριάζει στο έργο του αγνώστου (έως τώρα σε εμένα), αλλά εντυπωσιακού ζωγράφου κ. Πρωίου. Αμφότερα βάλσαμο στην ψυχή και την νόηση. Να είσαστε πάντα υγιείς και δημιουργικοί
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΠΡΆΒΟ ΜΑΡΊΝΑ!!!ΈΧΕΙΣ ΠΟΛΎ ΔΥΝΑΤΉ ΠΈΝΑ...
ΑπάντησηΔιαγραφή