Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019

Τα χρόνια του χουντικού πάγου που έλιωσε το Πολυτεχνείο το ’73 και …ποιο ήταν το κυρίαρχο σύνθημα στο Πολυτεχνείο της Σαλονίκης…


Γράφει ο Α.Θ.Ρ. (από το ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ που κυκλοφορεί)…
  Το αντιχουντικό φοιτητικό κίνημα, που κορύφωση κι έκρηξη του υπήρξε το Πολυτεχνείο τη; 17/11/1973, ξεκίνησε σχετικά αθόρυβα και σίγουρα ανοργάνωτα και ακηδεμόνευτα, αυθόρμητα και συνωμοτικά, απ’ τα τέλη του ’72 με αρχές του ’73.
 
  Σαφώς, εκτός απ’ το φοιτητικό κίνημα, υπήρξαν μικροεστίες ή μεγαλύτερες στη Σαλονίκη (Δημοκρατική Άμυνα), κι άλλες, που έδωσαν και το αίμα τους, σαν τον αγωνιστή Γιάννη Χαλκίδη, που σκότωσαν με τα πιστόλια τους οι ασφαλίτες, αντί να τον συλλάβουν όταν προσπάθησε να ξεφύγει απ’ τον κλοιό τους.
  Υπήρξε, ότι είχε απομείνει χωρίς σύλληψη, εξορία, απ’ τη προ - χουντική δράση της αριστεράς, που είχε ξεφύγει απ’ το στενό χουντο – ασφαλίτικο «μαρκάρισμα».
  Το Πανεπιστήμιο της Σαλονίκης, μεγαλύτερο από τότε απ’ το άλλο μοναδικό τότε της Αθήνας, περίκλειστο, χωρίς διάσπαρτες σχολές, σχεδόν κολλητά στο 3ο Σώμα Στρατού, την ΚΥΠ, την ΕΣΑ, τα ΛΟΚ, εξουσία κυρίαρχη απ’ τα χρόνια του ψυχρού πολέμου (ο στρατός), μ’ ένα υπερτροφικό παρακράτος Κοτζαμάνιδων στην παραεξουσία, εύλογα ήταν πιο ελεγχόμενο, «κουμπωμένο», «δεμένο», «σιωπηλό», «παγωμένο», απ’ αυτό της σχετικά ανεξέλεγκτης Αθήνας.
  Ο σχετικός κοσμοπολιτισμός της Αθήνας, οι ξένες Πρεσβείες, οι πάμπολλοι δημοσιογράφοι Έλληνες και ξένοι, οι πλείστοι άνθρωποι του πνεύματος, της πολιτικής, του θεάματος (πολιτικοί που δε βρίσκονταν πλέον σε φυλακές, εξορίες και κατ’ οίκον εγκλεισμό), άφηναν ελεύθερο ένα μισάνοιχτο παράθυρο στη ντυμένη στο χακί και χωροφυλακίστικα λοιπή Ελλάδα.
  Τον πρώτο που φρόντισα να βρω το ’68, επαρχιωτάκι – φοιτητής, στη χωριατούπολη τότε Σαλονίκη )ακόμα πουλιόταν πάγος για τις παγωνιέρες και τα παιδιά έπαιζαν στις πάμπολλες αλάνες), λίγο χαμένος, λίγο ψαρωμένος, αγχωμένος με την καινούργια πόρτα που ανοίγονταν μπροστά μου, ήταν ο τριτοετής τότε φοιτητής Φιλοσοφικής, πατριώτης μας, ο Αντώνης Τσώκλης. Πατενταρισμένος αριστερός, απ’ τις ελάχιστες τότε αριστερές οικογένειες στο Αμύνταιο.
  Το πρώτο θυμάμαι που τον ρώτησα όταν τον βρήκα, ήταν «καλά ρε Αντώνη, εσένα πως δε σε πιάσανε»;
  Γέλασε, με κείνο το όμορφο συχνό χαμόγελό του και μου είπε με τη χαρακτηριστική, συριχτή φωνή του «Μπορούσαν ρε Άγγελε να συλλάβουν όλους τους αριστερούς»;
  Με πήρε στο διαμέρισμα που νοίκιαζε, με δύο άλλους φοιτητές Αμυνταιώτες (Αρμενοπούλου).
  Θυμάμαι, ότι σ’ ένα τοίχο υπήρχε κολλημένη μια μικρή φωτογραφία από εφημερίδα ενός μαύρου. Φυσικά, άλλα περίμενα να δω στο δωμάτιο ενός φοιτητή αριστερού… όταν τον ρώτησα ποιος είναι αυτός ο μαύρος με τα γυαλάκια που κοσμούσε μοναδικά το δωμάτιο του, μου είπε, ήσυχα, ότι είναι ο Πατρίς Λουμούμπα (πρώτος Πρόεδρος του Κονγκό, που σκότωσαν οι λακέδες των αποικιοκρατών).
  Αναρωτήθηκα, χωρίς να το εκφράσω, τι σχέση μπορεί να ‘χει ένας Έλληνας φοιτητής μ’ έναν μαύρο ηγέτη του Κονγκό; Τότε τους μαύρους τους βλέπαμε μόνο σαν βαστάζους, σε ταινίες με τον Ταρζάν, ή τον κυνηγό άγριων θηρίων, Τζον Γουέιν…
  Ήταν το πρώτο φοιτητικό δωμάτιο που ‘χα δει και εντυπωσιάστηκα απ’ τη διαφορετική οπτική που είχαν οι φοιτητές (όχι όλοι), σε σχέση μ’ ότι ξέραμε ως τα τώρα, εμείς που λατρεύαμε την Αλίκη με κίτρινο μπικίνι, την Ζωίτσα Λάσκαρη, να την κυνηγάει γρυλίζοντας ο Καλογήρου και την τροφαντή κι αφράτη Ανουσάκη, στους βάλτους, ο Ανέστης Βλάχος!
  Με πήγε στο μαγέρικο που έπρεπε να τρώω και με βροντερή φωνή είπε του μάγειρα «να τον προσέχεις, είναι πατριωτάκι μου»!
  Δούλευε, παράλληλα με τις σπουδές, βοηθός σερβιτόρου στο εμβληματικό τότε κι αριστοκρατικό εστιατόριο στη παραλία «Όλυμπος – Νάουσα».
  Μετά από κάποιον καιρό που ξαναβρεθήκαμε, μου είπε ότι τον απέλυσαν όταν πληροφορήθηκαν το «κοινωνικών του φρονημάτων»!
  Παραμονές πρωτομαγιάς του ’69, μου πρότεινε συνωμοτικά, να ρίξουμε προκηρύξεις για την «Εργατική Πρωτομαγιά»… Του αρνήθηκα, τραυλίζοντας από φόβο… Για καιρό, χαθήκαμε.
  Έτσι περίπου διαμορφώναμε οι πλείστοι συνείδηση, με τυχαία γεγονότα, με τη παράδοση του σπιτιού, τη παρέα, τα διαβάσματα, )απ’ τον Αντώνη άκουσα το όνομα Λουντέμης), με υπονοούμενα, μ’ έναν απροσδιόριστο αθώο νεανικό προβληματισμό.
  Η χούντα, τα πρώτα χρόνια της, ήταν άκρως φιλο – φοιτητική σε παροχές, θεάματα, υποδομές, διευκολύνσεις στις σπουδές, κι ένα κλίμα δήθεν φιλοπρόοδο, που νοιάζονταν για τους εκκολαπτόμενους επιστήμονες της Ελλάδας.
  Χαϊδεμένη νομενκλατούρα λοιπόν για την χούντα, τα πρώτα της χρόνια, οι φοιτητές της εποχής! Χωρίς απεργίες, καταλήψεις, καθυστερήσεις για το ποθητό πτυχίο, που τότε πτυχίο σήμαινε άμεση σχεδόν πρόσληψη και δουλειά.
  Βέβαια, με απείρως μικρότερο αριθμό φοιτητών και πτυχιούχων, σε σχέη με το σήμερα.
  Στην ουσία δηλαδή, ένας απολίτικος ή φασιστάκος φοιτητής, ήταν ευτυχής και τυχερός αν σπούδαζε τα χρόνια της χουντοκρατίας!
  Κάθε σχολή είχε τον επίσημο – γνωστό σε όλους ασφαλίτη, απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ χτυπούσε βάρδια, χωρίς να ενοχλεί όμως, ή να αγριοκοιτάζει… Έτσι, σαν ένας απαραίτητος παράγοντας της σχολής!
  Φυσικά, θα υπήρχαν κι άλλοι μυστικοί κι άγνωστοι και σίγουρα πάμπολλοι ρουφιάνοι χουντο – φοιτητές.
  Το διπλανό στο Πανεπιστήμιο, ξενοδοχείο ABC, στο ισόγειο του, ήταν το στέκι των ασφαλιτών, ίσως ανώτερων…
  Πέντε φωτογραφίες χρειάζονταν για να γραφτείς στη σχολή, μαζί με τ’ άλλα δικαιολογητικά. Όλοι μουρμούριζαν ότι σίγουρα, μια απ’ αυτές πήγαινε στο σπουδαστικό της ασφάλειας, που τα χρόνια εκείνα ήταν στις δόξες του!
  Στο 3ο έτος συγκατοίκησα, εκτός απ’ τον μακαρίτη τώρα Γιωρίκα (Τσόλη) και με το συμμαθητή στο Αμύνταιο και φοιτητή της Φιλοσοφικής, τον φίλο Πέτρο Μπέσπαρη.
  Με τον Πέτρο εκπέμπαμε στο ίδιο μήκος κύματος σε πάμπολλα, κι αρχίσαμε να πιάνουμε και να αλληλοσυμπληρωνόμαστε σε ευαίσθητα πολιτικά – Δημοκρατικά μηνύματα.
  Φανατικός οπαδός του ΠΑΟΚ, δεν έχανε αγώνα στη Τούμπα. Κι ύστερα, αργά το βράδυ της Κυριακής, τον άκουγα να μονολογεί… «πότε θα ξημερώσει να δω πως περιγράφει τον αγώνα ο Μπούζας», στη γνωστή Σαλονικιώτικη Παοκτσίδικη εφημερίδα (Σπορ του Βορρά).
 «Καλά ρε Πέτρο» του έλεγα, «δεν είδες τον αγώνα»;
  «Τον είδα, αλλά θέλω να τον απολαύσω και διαβάζοντας»!
  Συχνά παρακολουθούσα –ύστερα από προτροπή του- τις παραδόσεις του Γιώργου Σαββίδη, στη Φιλοσοφική. Σίγουρα μας τραβούσε και το γυναικομάνι που είχε τότε η Φιλοσοφική…
  Καμάρωνα –είναι πατριώτης μου, μονολογούσα στους διπλανούς μου στο αμφιθέατρο- όταν ο σοφός Γ. Σαββίδης, στην ανάλυση κάποιου νεοελληνικού κειμένου απευθύνονταν στο αμφιθέατρο και ρωτούσε σοβαρά «Συμφωνείτε κύριε Σουλιώτη»;
  Ο Φλωρινιώτης, μακαρίτης τώρα Μίμης Σουλιώτης, λογοτέχνης έγκριτος και καθηγητής, ήταν ο ερωτώμενος!
  Ειδοποιημένοι σχετικά, πάμπολλοι άσχετοι γεμίζαμε το αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής το τελευταίο μάθημα, τον υπό παραίτηση Δημοκράτη Σαββίδη. «Με τις υπάρχουσες συνθήκες στο Πανεπιστήμιο, δεν μπορώ να διδάσκω Ελληνική λογοτεχνία», ήταν τα τελευταία λόγια του και μούντζωσε τη χουντοκρατία του Πανεπιστημίου. Όρθιοι, συγκινημένοι, δακρυσμένοι, τον χειροκροτούσαμε…
  Τα τοτινά γλέντια των φοιτητών, εκτός σινεμά, γηπέδου και ταβέρνας, ήταν τα φοιτητικά πάρτι, συνήθως στη γιορτή κάποιου φίλου, ή φίλου του φίλου…
  Εκεί, αργά τα μεσάνυχτα, μετά τα παθιάρικα μπλουζ, σύνοδο του απαραίτητου ψηστίρι στο μισοσκόταδο, μισοζαλισμένοι (απ’ το φτηνιάρικο Βερμούτ), ψιλο – κουρασμένοι, ψιλο – ευτυχισμένοι και ψιλο – ονειροχαμένοι, στην αρχή σαν υπονοούμενο, σαν τροχιοδεικτικό βλήμα που ρίχνονταν να γραδάρει το μισο – άγνωστο περιβάλλον, άρχισε δειλά- δειλά, που στη συνέχεια γιγαντώνονταν, όλο το σιχτίρισμα, που είχε ανάλογα ο καθένας, για το χουντικό σκυλολόι!
  Κι ήταν συνήθως ομόθυμο, χωρίς εξαιρέσεις, δεξιο – αριστερές διαφορές και κατοπινές αριστερο – αριστερές προστριβές και κλοτσοπατινάδες…
  Κι αγαλλίαζε η ψυχή μας, και γελούσαν τα μάτια μας και χαιρόμασταν όλοι που συμφωνούσαμε με όλους και βλέπαμε ότι δεν είμαστε οι λίγοι, όπως εσφαλμένα νομίζαμε…
  Δε θυμάμαι ποτέ σε ανάλογη μάζωξη να παίνεψε κάποιος τα «καλά» της χούντας! Να τόλμησε «καλά ρε παιδιά, αλλά αυτό κι αυτό, δεν είναι καλά»; ΚΙ αν μας ρωτούσε κάποιος, τι σας λείπει; Τι θέλετε; Τι ζητάτε; Φαντάζομαι ότι αφού στην ουσία σχεδόν τίποτε χειροπιαστό κι ουσιαστικό μας έλειπε, θα βροντοφωνάζαμε ότι μόνο ένα μας λείπει. Η Ελευθερία, η Δημοκρατία, το να επιλέγουμε εμείς τον καπετάνιο, μόνο αυτό, στην ουσία, μας έλειπε.
  Αυτό φυσικά, για όλους εμάς που δεν μας μακέλεψαν στο ΕΑΤ – ΕΣΑ ένστολοι βασανιστές, μόνιμοι βαθμοφόροι Έλληνες αξιωματικοί και κληρωτοί αφιονισμένοι. Που δε γνωρίσαμε τη «Μπουμπουλίνα» της Ασφάλειας, τις φυλακές, τα στρατοδικεία, την εξορία, την εκτόπιση, την απόλυση απ’ τη δουλειά.
  Το εστιατόριο της Φοιτητικής Λέσχης που τρώγαμε, γεμάτο, ίσως και με χίλιους ταυτόχρονα σιτιζόμενους, ένα μεσημέρι επισκέφτηκε ο Πατακός με την μαυρο – κουστουμαρισμένη χουντο – συνοδεία του. Ξαφνικά, ενώ βάδιζαν ανάμεσα μας με χαμογελάκια και χαιρετισμούς μισο – φασιστικούς, αρχίζει ένα ασύλληπτο πανδαιμόνιο, ηχητικό.
  Κάτω απ’ τα τραπέζια που τρώγαμε, υπήρχε μεταλλική θήκη για τα βιβλία. Σαν συνεννοημένοι, 1.000 τόσοι φοιτητές, κτυπάμε με το ένα χέρι και με τη λαβή του μαχαιριού τη λαμαρίνα και με το άλλο, δήθεν αδιάφοροι, συνεχίζαμε το φαγητό! Δεν έχω ξανακούσει δυνατότερο θόρυβο στη ζωή μου. Έφυγαν κακήν – κακώς «επίσημοι» και παρακεντέδες φοιτητές που συνόδευαν. Μια εικόνα απείρου αστειότητας, μέσα στη τραγικότητα της.
  Μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα. Προς το τέλος του ’72, το κλίμα το πρώην ψιλοαδιάφορο, απολίτικο, ποδοσφαιρο – κυριαρχούμενο, αρχίζει να διαμορφώνεται σ’ ένα υπόγειο, ανοργάνωτο, αυθόρμητο, σχεδόν καθολικά –τουλάχιστον στο Πανεπιστήμιο- αντιχουντικό αίσθημα που ψάχνει ευκαιρία να εκδηλωθεί, να κράξει, να φωνάξει, να ουρλιάξει.
 Υπάρχει βέβαια και μια άλλη πλευρά. Ο κορμός του χουντικού φοιτηταριού, είναι πρώτ’ απ’ όλλα οι στρατιωτικοί φοιτητές Ιατρικής, οι Κύπριοι φοιτητές Γριβικοί και στη συνέχεια ΕΟΚΑ – Βητατζήδες και οι διορισμένοι απ’ τη χούντα δήθεν εκπρόσωποι των φοιτητικών συλλόγων των σχολών (δήθεν εκλεγμένοι από ψευτοεκλογές), που έχουν σαν κεντρικό όργανο όλων των χουντο – συλλόγων, την ΦΕΑΠΘ.
  Ηγετικό στέλεχος της, φοιτητής Γεωπονικής Αμυνταιώτης!!! Δεξί χέρι του υπ’ αριθμόν ένα, Τζελέπη, διαχρονικού Προέδρου της ΦΕΑΠΘ. Θέση κυρίαρχη, σχεδόν σημερινή υπουργική. Τα χρόνια εκείνα, κυρίαρχη κι υπουργική, ήταν κι ένας λοχαγός χουντικός.
  Τον Φλεβάρη του ’73, ξεσπάει η κατάληψη της Νομικής στην Αθήνα κι είναι η πρώτη επίσημη, ανοιχτή φοιτητική αντιχουντική εκδήλωση. Ξεκίνησε σαν δήθεν με συνδικαλιστικά αιτήματα των πανεπιστημιακών σχολών που βάζαν μπροστά οι πλείστοι οργανωμένοι τώρα στον ΡΗΓΑ, την Αντι – ΕΦΕΕ (ΚΚΕ), τους αριστεριστές (Μαοϊκοί) και του ΠΑΚ (Ανδρέας Παπανδρέου).
  Το ’73, μια ψιλοχαλάρωση, σε σχέση με τα πρώτα χουντικά χρόνια, γίνεται έδαφος για μια αντιπολιτευτική τακτική απ’ τον τύπο 9αφού βλέπουν ότι αυτό πουλάει). Βραδινή, Νέα, Βήμα, Θεσσαλονίκη, κυριαρχούν σ’ ένα κοινό που ζητάει ελευθεροτυπία κι ενημέρωση.
  Τώρα πλέον το αντιχουντικό μας μπίρι – μπίρι, γίνεται το καθημερινό μας κουβεντολόι. Δεν χάνουμε σχεδόν ποτέ, με τον Γιάννη Στάϊο και τον Τζιόλε Κωτσόπουλο, τους κολητούς μου, την καθημερινή εκπομπή της «Ντόιτσε Βέλε» με τον μακαρίτη Π. Μπακογιάννη, που ενημερώνει για ότι γίνεται στην περίκλειστη Ελλάδα.
  Φλεβάρης ’73. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, η χουντική ΦΕΑΠΘ καλεί τους φοιτητές, την 22/2/73, στο αμφιθέατρο της Φυσικομαθηματικής (το μεγαλύτερο των σχολών), «να συζητήσουμε ειρηνικά, να ζητήσουμε λύση σε συνδικαλιστικά φοιτητικά προβλήματα» κάτι τελείως διαφορετικό, με τους φοιτητές της Αθήνας.
  Σαν συνεννοημένοι, γεμίζουμε ασφυκτικά το αμφιθέατρο ν’ ακούσουμε τη χουντική ηγεσία μας, αλλά και γιατί μυρίζαμε «μπαρούτι».
  Ακροβολισμένοι από νωρίς μέσα στο αμφιθέατρο, με πολιτικά, οι στρατιωτικοί γιατροί, ΕΣΑτζήδες, ασφαλίτες, χουντικοί.
  Το ύφος και το στυλ δεν κρυβόταν τότε, ίσως και εξ επί τούτου το διατηρούσαν για εκφοβισμό.
  Στη σκηνή, τεράστιο τραπέζι με κουρνιασμένους τους ψευτο – εκπροσώπους μας, στο κέντρο, πρόεδρος ο Αμυνταιώτης.
  Αρχίζει με γλυκανάλατες αοριστολογίες με τσιτάτα του Μαρξ, του Μάο, για να καταλήξει στη σοφία του μοναδικού Παπαδόπουλου… (είχε γλώσσα για τον αφελή, εντυπωσιακή, με λεκτικά πυροτεχνήματα, ίσως λόγω της προηγούμενης του Μαοϊκής περιήγησης – προ χούντας)…
  Ένα απροσδιόριστο …μουουου… σέρνεται με θόρυβο σαν υπόκρουση αρνητική, στη χουντο – παπαρολογία του «προέδρου». Με κλειστό στόμα αυτό, γιατί κάποιοι σε βλέπουν…
  Κάποια στιγμή και για 1 -2 λεπτά, τα φώτα σβήνουν ξαφνικά! Τότε, σαν έκρηξη, ένα μυριόστομα τεράστιο «Ουουου! Γεμίζει το αμφιθέατρο, μέχρι ν’ ανάψουν τα φώτα, οπότε πάλι τα στόματα κλείνουν.
  Και τότε γίνεται το γεγονός. Σαν αρχαίος θεός, ένας φοιτητής με μακριά ξανθά μαλλιά, στο κέντρο του αμφιθέατρου, με σηκωμένα τα χέρια σε σχήμα V, ανεβαίνει στο έδρανο και μέσα στην ησυχία που έγινε ξαφνικά, ακούγεται να κραυγάζει: «Συνάδελφοι, 5 χρόνια ζούμε στο σκοτάδι, φτάνει πια! Δημοκρατία, Δημοκρατία! Δημοκρατία!».
  Αρχίζει ένα μπουνοκλωτσίδι απ’ τους ακροβολισμένους χουντικούς με στόχο τον φοιτητή αρχικά. Όμως τώρα το αμφιθέατρο έχει ξυπνήσει εκρηκτικά και ουρλιάζουμε ανέλεγκτα, αφιονισμένα, αποσυμπιεσμένα, ελεύθερα πλέον… Δημοκρατία, Δημοκρατία! Δημοκρατία!
  Ένα σύνθημα που φέρνει δάκρυα στα μάτια καθώς επαναλαμβάνεται άπειρες φορές, με όση δύναμη έχει στα πνευμόνια του ο καθένας.
  Οι «φερέλπιδες» χουντο – εκπρόσωποι μας σα βρεγμένες γάτες τα μαζεύουν και εξαφανίζονται προς την έξοδο.
  Τα συνθήματα δεν σταματάνε, μέχρι που κλείνουν οι φωνητικές χορδές και δεν βγαίνει πλέον κραυγή. Κλείνει ο λαιμός, ξεραίνεται ο λάρυγγας, νερό πουθενά στο αμφιθέατρο.
  Αρχίζουν τα διαδικαστικά. Ψηφίζουμε επιτροπή, αποφασίζουμε κατάληψη.
  Μετά λίγες ώρες, σκασμένοι για νερό, χωρίς φωνή, κάθιδροι, κουρασμένοι, ψηφίζουμε να γίνει έξοδος και διαδήλωση στη πόλη. Μόνο που στην έξοδο μας είναι παρατεταγμένη όλη η Σαλονικιώτικη χουντοδεξιά. Αστυνομία, ΕΣΑτζήδες, ασφαλίτες, στρατιωτικοί, ένας χαμός, που φωνάζει, βρίζει, κτυπάει, σπρώχνει, φωτογραφίζει, συλλαμβάνει.
  Η πλατεία του Χημείου, γίνεται ένας χαμός. Συνθήματα από μεριά μας, κραυγές και μπουνο – κλωτσίδια απ’ τους άλλους! Εκεί ακούστηκε και φωνάξαμε με δύναμη, κοντά στα άλλα και το «έρχεται ο Ανδρέας»!!! έτσι απλά, καθαρά, αυθόρμητα και δυνατά! Όχι έρχεται ο Καραμανλής, ο Φλωράκης, ο Μητσοτάκης, η Φώφη, ο …φούφοτος, ούτε καν το «έρχεται ο Άδωνης Γεωργιάδης»!!!
  Γυρίσαμε σπίτια μας νικητές, βαπτισμένοι πλέον συναγωνιστές στο αντιχουντικό προσκλητήριο, που παρά τα μετέπειτα λεγόμενα, ελάχιστο ποσοστό Ελλήνων αφορούσε. Ακόμα και μεγάλο μέρος φοιτητών.
  Τέλη Οκτώβρη του ’73, η Γεωπονική Αθήνας βρίσκεται σε κατάληψη δεκάδες μέρες, με δήθεν συνδικαλιστικά αιτήματα των φοιτητών της. Από ένα τελείως τυχαίο γεγονός, βρισκόμαστε στην ανάγκη, με τον Γιάννη και τον Τζιόλε, να κρύψουμε στο σπίτι μας (Π. Μελά 22), έναν κυνηγημένο φοιτητή της Γεωπονικής Αθηνών, που ήρθε στη Σαλονίκη να συντονίσει την κατάληψη της εδώ σχολής.
  Μάλιστα, σε ομιλία του στη Γεν. Συνέλευση των φοιτητών, επιχείρησε η ασφάλεια με την ΦΕΑΠΘ να τον συλλάβει, μετά βίας κατόρθωσε να ξεφύγει, κι άλλαζε από τότε συνεχώς σπίτι.
  Όταν αργά το βράδυ στο τραπέζι τρώγαμε, του είπαμε ότι ο τάδε της ΦΕΑΠΘ είναι συμπατριώτης μας, άλλαξε ξαφνικά χρώμα… Ίσως γι’ αυτό την άλλη μέρα εξαφανίστηκε απ’ το σπίτι μας…
  Παρασκευή 17/11/1973. Μια φθινοπωρινή ομιχλώδης μέρα, κι έχω κλινική ΩΡΛ στο ΑΧΕΠΑ. Το μάθημα γίνεται σε θάλαμο ασθενών, που απ’ τα παράθυρα του βλέπαμε, στα 50 – 100 μέτρα, τις πίσω αίθουσες του Πολυτεχνείου.
  Γύρω στις 10 – 11, βγαίνει ένα τεράστιο πανό και κρεμιέται έξω απ’ τα παράθυρα του Πολυτεχνείου, που γράφει με κόκκινα μεγάλα γράμματα «ΕΞΩ ΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ». Τίποτε άλλο! Ούτε ποιοι το υπογράφουν, ούτε άλλη εξήγηση.
  Το μάθημα πλέον γίνεται «μπαινάκης – βγαινάκης»! Τα μάτια όλων μας είναι στα παράθυρα του Πολυτεχνείου. Σε λίγη ώρα γεμίζει ένα πλήθος στο απέναντι πεζοδρόμιο, μεταξύ ΑΧΕΠΑ - Πολυτεχνείου. Ένας ετερόκλητος αχταρμάς, αντιχουντικών – χιουντικών, με σιωπηλούς τους πρώτους και υπερκινητικούς, θορυβώδεις και τσαμπουκαλήδες τους δεύτερους.
  ΕΣΑτζήδες με πολιτικά, στρατιωτικοί γιατροί, ασφαλίτες τριγυρίζουν προκλητικά ανάμεσα μας, που στεκόμαστε σιωπηλοί, με τα μάτια στα παράθυρα του Πολυτεχνείου. Στα «διαλυθείτε – φύγετε» των ασφαλιτών, σχεδόν κανείς δεν υπακούει. Βρίσκω τον Γιάννη σε λίγο κι έναν γείτονα Κατερινιώτη, στεκόμαστε μπάστακες, σιωπηλοί συμπαραστάτες των έγκλειστων, με σκέψεις να μπούμε μέσα κι εμείς.
  Κάθε τόσο, ένας απ’ τους «συμπαραστάτες» τρέχει διασχίζοντας τα 50 μέτρα που μας χώριζαν σα νεκρή ζώνη με το Πολυτεχνείο. Χειροκροτήματα απ’ τους έγκλειστους, γιουχαΐσματα απ’ τους χουντικούς.
  Οι ώρες περνάνε, προτείνω στον Γιάννη να περάσουμε στους «μέσα». Ήδη ο Κατερινιώτης μας άφησε και μπήκε. «Άσε, αργότερα, το βράδυ» λέει ο Γιάννης. «Ν’ ακούσουμε πρώτα Ντόιτσε Βέλε για την Αθήνα»
  Κάποτε, το απόγευμα, μας πλησιάζει ο συγχωριανός της ΦΕΑΠΘ με μια κουστωδία χουντικών κι ασφαλιτών. Θυμάμαι λέξη προς λέξη τα λόγια του: «αυτά θέλατε εσείς! Ούτε καν γεια σας».
  Ξημερώματα, ξυπνήσαμε από κτυπήματα της πόρτας. Ήταν ο γείτονας ο Κατερινιώτης. «Μπήκαν τα τανκς! Μας πήραν τις ταυτότητες οι ασφαλίτες», έτρεμε. Μείναμε παγωμένοι, ενδόψυχα ευχαριστημένοι με την αναποφασιστικότητα μας.
  Το μεσημέρι, συνέχιζε μια παγωμένη ομίχλη στη βουβή Σαλονίκη και το νεκρό πλέον Πανεπιστήμιο που έκλεισε μέχρι τις διακοπές των Χριστουγέννων. Η ασφάλεια καλούσε ομάδες – ομάδες, όσους είχε τις ταυτότητες στα χέρια της.
  25/11/73 έγινε το αντιπραξικόπημα Ιωαννίδη και σαν μια ένδειξη αλλαγής στάσης, σταμάτησε τις κλήσεις στην Βαλαωρίτου, των φοιτητών.
  Το ’74 κύλησε γρήγορα, μέχρι το τραγικό κι εγκληματικό χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο (15/7/74) που έδωσε αφορμή για εισβολή στους Τούρκους (20/7/74) και οδήγησε στο γκρεμοτσάκισμα της χούντας (24/7/74).
  2019, παραμονή 17 Νοέμβρη, Σαββατόβραδο στον ΣΚΑΙ του Μαρινάκη, με τον Σπύρο Παπαδόπουλο (αριστερό) κλαψουροτράγουδα με Πανταζή Άτζελα Δημητρίου!!! Μεγάλη Παρασκευή, σε χασαποταβέρνα!
  Μήπως τελικά δεν έπεσε η χούντα (αφού δε μας είχε έρθει κι απ’ τον Άρη), κι απλά μετουσιώθηκε από βρωμερό σκουλήκι σε όμορφη κι αθώα πεταλούδα; Κανονική …κανονικότητα! Τι λέτε;
  Α! Κι ο γείτονας (κολλητός) στην Κηφισιά και την Τήνο του Κυριάκου, ο Χριστοφοράκος, καταδικάστηκε τελικά για την Siemens… Μόνο που ζει κοπανιστός στη Γερμανία… Σίγουρα τα σπιτικά του, θα προσέχει η ασφάλεια του γείτονα πρωθυπουργού μας.
  Τι σου είναι τελικά οι συμπτώσεις! Ε, ρε και να ‘ταν γείτονας, ο Χριστοφοράκος, του Τσίπρα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.