Η χειροσφαίριση
στην Ευρώπη
Η χειροσφαίριση είναι ομαδικό παιχνίδι που
παίζεται με τα χέρια. Αν και αναφέρεται από Έλληνες και ξένους συγγραφείς, ότι
οι ρίζες του αθλήματος βρίσκονται στα παιχνίδια που έπαιζαν οι αρχαίοι λαοί της
ανατολικής μεσογείου με την μπάλα, ωστόσο η εκδοχή αυτή έχει βάση στη λογική
της μετεξέλιξης των αρχαίων παιχνιδιών με μικρή σφαίρα και μπορεί να ισχύει και
για τα τέσσερα ομαδικά παιχνίδια που περιλαμβάνονται στις αθλοπαιδιές.
Η χειροσφαίριση με τη σημερινή της μορφή άρχισε
να συστηματοποιείται στα τέλη του 19ου αιώνα στις χώρες της κεντρικής και
βόρειας Ευρώπης (Τσεχία, Δανία, Γερμανία). Το παιχνίδι φαίνεται πως προήλθε από
το ποδόσφαιρο και μπορεί να ήταν μια μορφή μετεξέλιξής του με τα χέρια και τα
πόδια.
Η χειροσφαίριση στην αρχή παιζόταν σε ανοικτό
χώρο στο γήπεδο ποδοσφαίρου, που ήταν χωρισμένο σε τρεις περιοχές. Στην περιοχή
που βρισκόταν πριν την εστία η μπάλα παιζόταν μόνο με τα χέρια για την επίτευξη
του γκολ, ενώ η χρησιμοποίηση και των ποδιών επιτρεπόταν για τη μεταβίβαση της
μπάλας από την αμυντική περιοχή προς την επίθεση της ομάδας.
Το παιχνίδι παιζόταν με 11 παίκτες και
επιτρεπόταν μόνο δύο αλλαγές. Η στολή των διαιτητών ήταν ίδια με αυτή του
ποδοσφαίρου, που διατηρήθηκε μέχρι και σήμερα. Μέχρι το 1960 η χειροσφαίριση
παιζόταν με 11 παίκτες σε μεγάλο γήπεδο και ενίοτε σε μικρό γήπεδο με 7
παίκτες, όπως παίζεται και σήμερα.
Η μετεξέλιξη του παιχνιδιού με 7 παίκτες
προήλθε από τις εγγενείς, κυρίως δυσκολίες που προέκυπταν από τις αναβολές και
ματαιώσεις των αγώνων, λόγω των καιρικών συνθηκών. Η καθιέρωση του παιχνιδιού
με 7 παίκτες συνέβαλε αποτελεσματικά στην περαιτέρω ποιοτική εξέλιξή του, γιατί
μπορούσε να παιχτεί και σε κλειστό χώρο.
Η χειροσφαίριση στην Ελλάδα με 11 παίκτες
Στη χώρα μας η
χειροσφαίριση με 11 παίκτες παίχτηκε πριν το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο και για μια
δεκαετία ακόμη μετά τον εμφύλιο πόλεμο.
Ο πρώτος αγώνας χειροσφαίρισης καταγράφεται
το 1922, σε αγώνα επίδειξης που έγινε στο γήπεδο ποδοσφαίρου του Πανελληνίου
μεταξύ των ομάδων του Πανελληνίου και της μικτής ομάδας Εθνικού και Νήαρ Ηστ.
Πριν το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, το παιχνίδι παιζόταν στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη
σε τοπικό επίπεδο είτε μεταξύ ομάδων είτε μεταξύ σχολείων.
Μετά τον εμφύλιο πόλεμο η χειροσφαίριση συνεχίστηκε
να παίζεται και στη δεκαετία του ’50, αλλά μόνο σε επίπεδο σχολικών ομάδων
(εικόνα 1.2).
Στη Θεσσαλονίκη τα σχολικά πρωταθλήματα
γινόταν στο γήπεδο ποδοσφαίρου του Ηρακλή, που βρισκόταν τον καιρό εκείνο δίπλα
στη Φιλοσοφική σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, στο σημερινό πλακόστρωτο
του Χημικού Τμήματος.
Εικ. 1.3. Στις 13-2-1977 στην αυλή αυτή
του γυμνασίου Αμυνταίου διεξήχθησαν
οι πρώτοι επίσημοι αγώνες χάντμπωλ στην Ελλάδα με 7
παίκτες.
|
Στη δεκαετία του ’60 ατόνησε το ενδιαφέρον
για το άθλημα με 11 παίκτες και παιζόταν μόνον περιστασιακά από τους
ποδοσφαιριστές, ως προπονητικό περιεχόμενο για τη βελτίωση της φυσικής τους
κατάστασης.
Η χειροσφαίριση στην Ελλάδα με 7 παίκτες
Η χειροσφαίριση με 7
παίκτες σε μικρό γήπεδο πρωτοπαίχτηκε επισήμως στην αυλή του Γυμνασίου
Αμυνταίου στις 13 Φεβρουαρίου 1977, στις 12 το μεσημέρι με φορέα τον Αμύντα
Αμυνταίου (εικόνα 1.3).
Την άνοιξη του 1977 έγινε στην Αθήνα επίσημο
τουρνουά χειροσφαίρισης με 7 παίκτες στο γήπεδο και πάλι του Πανελληνίου με
φορέα την τεχνική επιτροπή
χειροσφαίρισης του Σ.Ε.Γ.Α.Σ., ενώ το φθινόπωρο του ίδιου έτους
διοργανώθηκε στην Αθήνα το «Α΄ πανελλήνιο πρωτάθλημα» - τουρνουά, με διοργανωτή
τον ίδιο φορέα. Αγώνες χειροσφαίρισης διεξάγονταν σε επίπεδο φιλικών και
τουρνουά, και το επόμενο έτος (1978) διοργανώθηκε στην Κατερίνη το «Β΄
πανελλήνιο πρωτάθλημα» - τουρνουά με λιγότερες ομάδες, και πάλι από τον ίδιο
φορέα.
Η χειροσφαίριση -που στη χώρα μας επικράτησε
να αναφέρεται με τη διεθνή της ορολογία χάντμπωλ- υπαγόταν στον Σ.Ε.Γ.Α.Σ. από
το 1976, έως το 1978 και η διαχείριση του αθλήματος γινόταν από την τεχνική
επιτροπή χειροσφαίρισης (για την οφειλόμενη τιμή -έστω και μετά 40 χρόνια- την
επιτροπή αποτελούσαν: ο Γ. Μαρσέλλος ως πρόεδρος και ως μέλη,
οι: Γ. Αλικάκος, Δ. Καρβούνης, Στ. Καραλής, Ανδρ. Κατσαΐτης,
Δ. Μαγκλάρας, Μ. Μπουφίδης, Χ.
Σολεϊμετζίδης και Δ. Σταθάτος).
Το 1979 το χάντμπωλ ανεξαρτητοποιήθηκε από τον
Σ.Ε.Γ.Α.Σ. με τη δημιουργία ομοσπονδίας, με την ονομασία «Ομοσπονδία
Χειροσφαίρισης Ελλάδος» (Ο.Χ.Ε).
Η ιδέα για τη
δημιουργία του αθλήματος στο Αμύνταιο
Στους ανθρώπους που ασχολούνται με το άθλημα
στη χώρα μας υπάρχει εδώ και πολλά χρόνια η λανθασμένη άποψη -η οποία υιοθετείται
ακόμη και σήμερα από ορισμένους- ότι το χάντμπωλ πρωτοπαίχτηκε στο Αμύνταιο,
επειδή το γνώριζαν οι κάτοικοι της περιοχής και οι μαθητές από την τηλεόραση
των Σκοπίων.
Η άποψη αυτή δεν ευσταθεί βεβαίως, πρωτίστως,
γιατί ελάχιστοι κάτοικοι είχαν τηλεόραση στις αρχές της δεκαετίας του ’70,
γιατί η τηλεόραση των Σκοπίων έδειχνε κυρίως ποδόσφαιρο και σπάνια χάντμπωλ και
επειδή αυτοί που διατύπωναν την παραπάνω άποψη δεν γνώριζαν το μικροκλίμα της
περιοχής τη χειμερινή περίοδο και το αρνητικό περιβάλλον που επικρατούσε στο
σχολείο για το ποδόσφαιρο.
Το χάντμπωλ σε μικρό γήπεδο με 7 παίκτες
παίχτηκε στο Αμύνταιο σταδιακά και συγκυριακά, για δύο βασικούς λόγους.
Ο πρώτος είχε σχέση με το μάθημα φυσικής
αγωγής και ο δεύτερος με την πιθανή εισαγωγή ορισμένων παικτών στην τότε γυμναστική
ακαδημία, μέσω της εθνικής ομάδας.
Στο σχολείο τη χειμερινή περίοδο δεν
μπορούσαν να εφαρμοστούν προγράμματα φυσικής αγωγής και αθλοπαιδιές -εκτός του
ποδοσφαίρου- λόγω της έλλειψης κλειστού γυμναστηρίου και του ψύχους που
επικρατούσε στην περιοχή εκείνη την περίοδο.
Έτσι,
στη μεγάλη αυλή του Γυμνασίου (λέγεται ότι ήταν το παλιό γήπεδο ποδοσφαίρου της
πόλης) παιζόταν τα ακαδημαϊκά έτη 1972-73 και 1973-74 μεταξύ των αγοριών και
των κοριτσιών ένα μικτό είδος παιχνιδιού από χάντμπωλ με 11 παίκτες και ράγκμπι
στο πλαίσιο του μαθήματος φυσικής αγωγής τους χειμερινούς μήνες, επειδή
απαγορευόταν αυστηρώς από τη διεύθυνση του σχολείου το ποδόσφαιρο [(τον
προηγούμενο χρόνο, πριν διοριστεί στο Γυμνάσιο ως καθηγητής φυσικής αγωγής
(ΚΦΑ) ο συντάκτης αυτού του κειμένου (Α.
Ζάκας), τραυματίστηκαν μέσα στην τάξη την ώρα του μαθήματος ορισμένοι
μαθητές-τριες από τα τζάμια που έσπασαν από την μπάλα ποδοσφαίρου), (το λόγο
αυτόν επικαλέστηκε σε εμάς ο Γυμνασιάρχης)].
Επίσης, στους μήνες αυτούς δεν μπορούσε να
παιχτεί το βόλεϊ στην αυλή του σχολείου, επειδή οι κινητικές προσπάθειες των
παικτών είναι μικρής έκτασης.
Το μπάσκετ δεν μπορούσε να παιχτεί κι αυτό
-αν και είναι περισσότερο κινητικό- επειδή το γήπεδο ήταν χωμάτινο με αρκετή
άμμο στη σύνθεσή του και κατά το πιάσιμο της μπάλας το χώμα και η άμμος -που
κολλούσαν επάνω της- έμπαιναν στα μάτια.
Έτσι, τους χειμερινούς μήνες των παραπάνω
ετών παιζόταν αναγκαστικά το μικτό αυτό είδος παιχνιδιού στο μάθημα φυσικής
αγωγής, που ήταν μεταξύ του χάντμπωλ με 11 παίκτες και του ράγκμπι με κανόνες
παιχνιδιού κυρίως αυτών του χάντμπωλ με 11 παίκτες (βιβλίο κανονισμών και
προπόνησης χάντμπωλ με 11 και 7 παίκτες, είχε στην κατοχή του ο συντάκτης ΚΦΑ,
αλλά και γνώση του παιχνιδιού με 11 παίκτες από τη φοίτησή του στη γυμναστική
ακαδημία).
Η παραλλαγή αυτή του παιχνιδιού άρεσε πολύ
στους μαθητές και τις μαθήτριες, που προ-τιμούσαν να παίζουν το παιχνίδι στην
αυλή του σχολείου -ενίοτε και με τον ΚΦΑ- από ότι να κάνουν θεωρία του
μαθήματος φυσικής αγωγής στην τάξη.
Η αναγκαιότητα αυτή -που οφειλόταν
αποκλειστικά στις καιρικές συνθήκες της περιοχής και την απαγόρευση του
ποδοσφαίρου στην αυλή του σχολείου- έβαλε τις βάσεις και δημιούργησε τις
προϋποθέσεις εκείνες για τη σταδιακή δημιουργία του αθλήματος όπως παίζεται
σήμερα, και όχι η τηλεόραση των Σκοπίων.
Σε κανέναν από τους συμμετέχοντες και κυρίως
από τον συντάκτη ΚΦΑ δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό, ότι έμπαιναν τα θεμέλια και
γραφόταν σταδιακά η ιστορία του χάντμπωλ της περιοχής και της χώρας και ότι σε
κάθε μάθημα φυσικής αγωγής έμπαινε ένα μικρό λιθαράκι και ριχνόταν ο σπόρος του
αθλήματος, κάθε φορά που παιζόταν η παραλλαγή αυτή της αθλοπαιδιάς.
Ο δεύτερος λόγος -ο οποίος προέκυψε πολύ
αργότερα- είχε σχέση με την πιθανή εισαγωγή ορισμένων παικτών στην τότε
γυμναστική ακαδημία -όπως προαναφέρθηκε- και ο οποίος αποτέλεσε ερέθισμα για
τον συντάκτη ΚΦΑ, αλλά και κίνητρο για τους μαθητές-παίκτες για πιο συστηματική
ενασχόληση με το άθλημα.
Από την άνοιξη του 1974 άρχισε να εξελίσσεται
σταδιακά το παιχνίδι από το μεγάλο γήπεδο με 11 παίκτες σε μικρότερο γήπεδο
στις διαστάσεις του παιχνιδιού με 7 παίκτες.
Σε κάθε σχεδόν μάθημα οι γραμμές του χωμάτινου
γηπέδου οριοθετούνταν με ένα ακόντιο και για εστίες τοποθετούνταν αρχικά φόρμες
των μαθητών και αργότερα πέτρες (τοποθετούνταν οι πέτρες αντί τις φόρμες, για
να αποφεύγονται οι προστριβές μεταξύ των μαθητών, όταν η μπάλα χτυπούσε στις
φόρμες και δεν ήταν εμφανής ο καταλογισμός του γκολ).
Από την επόμενη χρονιά (1975) μέχρι και την
άνοιξη του 1977 (αποχώρηση του συντάκτη ΚΦΑ από το σχολείο και την πόλη, λόγω
μετάθεσής του) το γήπεδο πήρε μια πιο μόνιμη μορφή και η οριοθέτησή του γινόταν
με ασβέστη.
Στην αρχή ήταν ο ασβέστης σε σκόνη και
αργότερα ήταν σε διάλυμα μέσα σε βαρέλι, το οποίο βρισκόταν μονίμως δίπλα στο
ντουβάρι του κτηρίου του σχολείου. Το χάντμπωλ, δηλαδή με 7 παίκτες με τη
σημερινή του μορφή άρχισε να παίζεται σταδιακά στην ίδια αυλή από την άνοιξη
του 1974.
Μετά το διαχωρισμό του σχολείου σε Γυμνάσιο
και Λύκειο κάθε τμήμα στο λύκειο είχε την ανδρική και γυναικεία του ομάδα μέσα
από τη μαθητική του κοινότητα και γίνονταν αγώνες άτυπου πρωταθλήματος μεταξύ
των μαθητικών κοινοτήτων σχεδόν ολόκληρη την ακαδημαϊκή χρονιά.
Σχολικές ομάδες χειροσφαίρισης με 7 παίκτες
άρχισαν να συγκροτούνται από τη μεθεπόμενη χρονιά (1976) και σε άλλα μέρη της
Δυτικής Μακεδονίας από καθηγητές φυσικής αγωγής των σχολείων (Φλώρινα, Σέρβια,
Άργος Ορεστικό, Πτολεμαΐδα, Κοζάνη). Σε αυτό συνέβαλε η τοπική επιτροπή
Σ.Ε.Γ.Α.Σ. Δυτικής Μακεδονίας, στην οποία υπεύθυνος ανάπτυξης του αθλήματος και
μέλος του διοικητικού της συμβουλίου ήταν ο συντάκτης του κειμένου ΚΦΑ.
Από τις σχολικές αυτές ομάδες προήλθε ο
«Εθνικός» Κοζάνης με προπονητή τον ΚΦΑ Αθανάσιο
Μιμίτο, ο «Αμύντας» Αμυνταίου με προπονητή τον ΚΦΑ Αθανάσιο Ζάκα, και αργότερα η «Δόξα Περδίκκα» (είναι χωριό στην
περιοχή Πτολεμαΐδας) με προπονητή τον ΚΦΑ Σταύρο
Νόβα.
Οι πρώτοι επίσημοι
αγώνες χάντμπωλ στην Ελλάδα με 7 παίκτες
Οι πρώτοι επίσημοι αγώνες
χάντμπωλ στην Ελλάδα με 7 παίκτες έγιναν στο Αμύνταιο στις 13 Φεβρουαρίου 1977,
ημέρα Κυριακή, στις 12 το μεσημέρι στην αυλή του Γυμνασίου με υπεύθυνο τον ΚΦΑ
του Λυκείου Αθανάσιο Ζάκα, και φορέα
τον Αμύντα Αμυνταίου.
Εικ. 1.4. … Το «κάλεσμα» των κατοίκων για τους Α’ αγώνες χάντμπωλ που έγιναν
στην Ελλάδα και
την πόλη τους, έγινε με το συγκεκριμένο
αντίγραφο φέιγ βολάν.
|
Τους αγώνες παρακολούθησαν επίσημοι [(Γ.Γ.
Βόρειας Ελλάδας (Μαρινάκης),
Νομάρχης Φλώρινας (Ασπασίδης),
Δήμαρχος Αμυνταίου (Φιλίππου),
Ειρηνοδίκης Αμυνταίου (Σαββάκης) και
φορείς της πόλης)], εκπρόσωποι της τεχνικής επιτροπής χειροσφαίρισης του
Σ.Ε.Γ.Α.Σ (Μπουφίδης, Μαγκλάρας, Σταθάτος), και πολλοί κάτοικοι της περιοχής Αμυνταίου. Η πρόσκληση
των επισήμων έγινε με έγγραφα από τον
Αμύντα και το «κάλεσμα» των κατοίκων έγινε με φέιγ βολάν (εικόνα 1.4).
Στους αγώνες εκείνους συμμετείχαν οι ομάδες
του «Εθνικού» Κοζάνης, του «Αμύντα» Αμυνταίου, του «Λυκείου» Αμυνταίου και η
ομάδα «Λαϊκής Επιμόρφωσης» (Ν.Ε.Λ.Ε.) Αμυνταίου.
Στους αγώνες συμμετείχαν, επίσης και κοπέλες της ομάδας «ΝΕΛΕ» και του
«Αμύντα». Οι παίκτες και οι παίκτριες που συγκροτούσαν τις ομάδες Αμυνταίου,
ήταν όλοι μαθητές και μαθήτριες του Λυκείου, εκτός από τον Χρ. Κοτζαμανίδη που ήταν παίκτης του Αμύντα και ΚΦΑ στο Γυμνάσιο - Λύκειο.
Στους αγώνες έγιναν τρία παιχνίδια αρρένων
και ένα παιχνίδι θηλέων με διαιτητές τον παίκτη - μαθητή Ηλία Μπούτση και τους ΚΦΑ Κοτζαμανίδη
Χρ. και Ζάκα Αθ., Γραμματείς των
αγώνων ήταν οι μαθήτριες του Λυκείου Χατζηαθανασίου
E. και Πετρίδου Μ.
Στον πρώτο αγώνα αντίπαλοι ήταν οι ομάδες του
«Αμύντα» και του «Εθνικού» και το σκορ ήταν 8-2 υπέρ του «Αμύντα».
Στον δεύτερο αγώνα ήταν οι ομάδες του
«Αμύντα» και της «ΝΕΛΕ» και το σκορ ήταν 16-6 υπέρ του «Αμύντα», και στον τρίτο
αγώνα αντίπαλοι ήταν οι ομάδες της «ΝΕΛΕ» και του «Λυκείου» και το σκορ ήταν
6-3 υπέρ της «ΝΕΛΕ».
Στις γυναίκες ήταν οι ομάδες του «Αμύντα» και
της «ΝΕΛΕ» και το σκορ ήταν 1-0 υπέρ του «Αμύντα».
Η κατάταξη των ομάδων ήταν «Αμύντας»,
«Εθνικός,» «ΝΕΛΕ» και «Λύκειο» Αμυνταίου (Εικόνα 1.5), και στις γυναίκες ήταν ο
«Αμύντας» και η «ΝΕΛΕ» Αμυνταίου.
Την ίδια ημέρα στην Αθήνα ( Καλογρέζα)
διεξάγονταν και οι πανελλήνιοι αγώνες ανωμάλου δρόμου, στους οποίους
συμμετείχαν οι δρομείς των μεσαίων και μεγάλων αποστάσεων του Αμύντα, που ήταν
όλοι μαθητές και μαθήτριες, αλλά και παίκτες και παίκτριες χάντμπωλ.
Για τους αγώνες αυτούς ο συντάκτης ΚΦΑ που
ήταν προπονητής τους βρισκόταν στο δίλημμα να συνοδεύσει την ομάδα στην Αθήνα ή
να παραμείνει στους αγώνες χάντμπωλ, που είχε όλη την ευθύνη διεξαγωγής τους.
Στον προβληματισμό αυτόν τη λύση έδωσε ο
έφορος της ομάδας Γιώργος Ελληνίδης,
που συνόδευσε την ομάδα στην Αθήνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ολόκληρη η εκδήλωση
ή στιγμιότυπά της καταγράφηκαν από το μέλος της επιτροπής ανάπτυξης του
Σ.Ε.Γ.Α.Σ. Μίλτο Μπουφίδη, ο οποίος
θα δωρίσει την ταινία -όπως μάς υποσχέθηκε- στο Δήμο Αμυνταίου για το μουσείο
χάντμπωλ που θα γίνει στο κλειστό γυμναστήριο της πόλης.
Με σκοπό να τιμήσουμε τους συμμετέχοντες
παίκτες και τις παίκτριες -έστω και μετά 40 χρόνια- αναφέρουμε τα ονόματά τους, όπως είναι
γραμμένα στο φύλλο αγώνων (Εικόνα 1.6).
Έτσι,
την ομάδα του «Εθνικού» Κοζάνης
αποτελούσαν οι παίκτες: Μούττας, Τζιούτζιος, Μαυροματίδης, Γιάντζος, Καλαμάτας, Κάβουρας, Παπαϊωάνου, Μάμμας, Τσακιλτζίδης, Βασιλειάδης
και Κωνσταντινίδης, ενώ προπονητής
της ήταν ο ΚΦΑ Αθανάσιος Μιμίτος.
Την ομάδα του «Αμύντα» Αμυνταίου αποτελούσαν οι παίκτες: Μουταφίδης Νικόλαος, Μουταφίδης
Αναστάσιος, Κοτζαμανίδης Χρήστος,
Παπαχρήστου Νικόλαος, Τζήγας Θωμάς, Τραϊανός Βασίλειος και Χατζίκας
Δημήτριος.
Την ομάδα του «Λυκείου» αποτελούσαν οι παίκτες: Δήμας Ιωάννης, Παπαδόπουλος
Γεώργιος, Μπάρζας Γεώργιος,
Αναστασιάδης Γεώργιος, Καζαντζίδης
Παύλος, Λαζαρίδης Κων/νος και Δέτσικας Ηλίας.
Την ομάδα της «ΝΕΛΕ» αποτελούσαν οι παίκτες: Καζαντζίδης Πραξιτέλης, Τσουμήτας
Αλέξανδρος, Ρακόπουλος Πέτρος, Γιώσκος Νικόλαος, Σαρακατσάνης Ευάγγελος, Μπούτσης
Ηλίας, Λαζαρίδης Ιωάννης και Κοκτσίδης Κων/νος.
Τη γυναικεία
ομάδα του «Αμύντα» αποτελούσαν οι παίκτριες: Νικολαϊδου, Γιαννίδου, Μούρτζου Βασιλική, Χατζή, Μπάρου, Γαργάνη Ανθούλα, και Ταμίλια Ζαχαρούλα.
Τέλος, τη γυναικεία ομάδα της «ΝΕΛΕ» αποτελούσαν οι παίκτριες: Χατζηιωάννου Αλεξάνδρα, Παπαδάκη, Χρηστίδου, Τσουμήτα Στέλλα,
Φωτιάδου Παρθένα, Χατζηκωνσταντίνου και Παλιάτσου.
Προπονητής σε όλες τις ομάδες του Αμυνταίου
ήταν ο ΚΦΑ του Λυκείου Αθανάσιος Ζάκας.
Παραλειπόμενα πριν
τους επίσημους αγώνες της 13-2-1977
Οι άγνωστες πτυχές που
συνυπάρχουν σε κάθε γεγονός, το καθιστούν ενίοτε ενδιαφέρον ή όχι. Σήμερα είναι
γνωστό - αν και ορισμένοι θέλησαν να το υποβαθμίσουν- ότι το χάντμπωλ με 7
παίκτες πρωτοπαίχτηκε επισήμως στην αυλή του Γυμνασίου Αμυνταίου την Κυριακή
13-2-1977 στις 12 το μεσημέρι (γράφεται στο φύλλο αγώνων).
Αν και είναι σήμερα γνωστό πού και πότε
πρωτοπαίχτηκε στην Ελλάδα το χάντμπωλ με 7 παίκτες, ωστόσο, ήταν άγνωστοι μέχρι
τώρα οι πραγματικοί λόγοι που συνέβαλαν στη δημιουργία του αθλήματος στην
περιοχή. Αν δεν υπήρχε, δηλαδή, το ψυχρό περιβάλλον τους χειμερινούς μήνες και
η απαγόρευση του ποδοσφαίρου στην αυλή του σχολείου, δε θα παιζόταν το μικτό
είδος παιχνιδιού μεταξύ του χάντμπωλ με 11 παίκτες και του ράγκμπι, που άνοιξε
το δρόμο για το χάντμπωλ, όπως αυτό παίζεται σήμερα.
Επίσης, δε θα είχαν διοργανωθεί οι επίσημοι
αγώνες την Κυριακή 13-2-1977 ή κάποια άλλη μέρα στο Αμύνταιο, αν δεν είχε
δημιουργηθεί η επιτροπή ανάπτυξης χειροσφαίρισης στον Σ.Ε.Γ.Α.Σ., και δεν είχε
στείλει στις τοπικές του επιτροπές τον κανονισμό του παιχνιδιού με 7 παίκτες.
Όμως υπάρχουν κι άλλες άγνωστες πτυχές, που αποτελούν τα
παραλειπόμενα του αθλήματος της περιοχής, όπως είναι για παράδειγμα ο φορέας
της διοργάνωσης, ο μήνας και η συγκεκριμένη ημερομηνία διοργάνωσης των αγώνων,
οι εστίες, η μπάλα και άλλα, που έχει
αξία να γίνουν ευρύτερα γνωστά στο κοινό του Αμυνταίου και τους ανθρώπους που
ασχολούνται με το άθλημα.
Για τη διοργάνωση των
επίσημων αγώνων στις 13-2-1977 φορέας της ήταν ο Αμύντας -όπως
προαναφέρθηκε- και όχι το λύκειο, όπως
θα ήταν λογικό να είναι. Όμως, υπήρχαν εγγενείς δυσκολίες για τη διοργάνωση
αγώνων χάντμπωλ από το σχολείο, επειδή έπρεπε να εξασφαλιστεί σχετική άδεια από
τις υπερκείμενες αρχές της εκπαίδευσης, αφού η διοργάνωση αγώνων χάντμπωλ ήταν
παντελώς άγνωστη την εποχή εκείνη και δεν περιλαμβανόταν στις αθλητικές
εκδηλώσεις της εκπαίδευσης. (Ακόμη, δεν διοργανώθηκαν οι αγώνες από το λύκειο,
γιατί μπορεί να είχαμε κάτι άλλο στο μυαλό μας τότε, που λόγω των 40 χρόνων δεν
το θυμόμαστε).
Πάντως, οι συγκεκριμένοι αγώνες έγιναν στην
καρδιά του χειμώνα με κίνδυνο να αναβληθούν ή να διακοπούν, λόγω των καιρικών
συνθηκών που επικρατούν την περίοδο αυτή στην περιοχή.
Στο λογικότατο ερώτημα που μπορεί να θέσει
κανείς, για το λόγο που έγινε η διοργάνωση τον μήνα Φεβρουάριο και όχι αργότερα
την άνοιξη, η απάντηση είναι ότι έγιναν για καθαρά οικονομικούς λόγους που
αφορούσαν τον Αμύντα και την προγραμματισμένη επίσκεψη του Γενικού Γραμματέα
Βορείου Ελλάδος Μαρινάκη στο
Αμύνταιο (εικόνα 1.7).
Οι αγώνες, δηλαδή διοργανώθηκαν στις
13-2-1977 και όχι αργότερα, εξαιτίας της επίσκεψης του Γενικού Γραμματέα στην
πόλη του Αμυνταίου, επειδή ο Αμύντας δεν έπαιρνε μέχρι τότε καμιά οικονομική
επιχορήγηση από το Υπουργείο Βορείου Ελλάδας και τη Γ.Γ. Αθλητισμού για τα
τμήματα του κλασικού αθλητισμού που διατηρούσε και του χάντμπωλ που είχε
δημιουργηθεί.
Στα παραλειπόμενα του χάντμπωλ της περιοχής
περιλαμβάνονται βεβαίως και οι εστίες. Σε ολόκληρη την αυλή του σχολείου, όπου
έπαιζαν όλοι οι μαθητές και οι μαθήτριες, καθώς και στο μικρότερο γήπεδο με 7
παίκτες οι εστίες οριοθετούνταν στην αρχή με τις φόρμες των μαθητών και
αργότερα με τις πέτρες, για τους λόγους που αναφέρθηκαν πρωτύτερα.
Όμως την ημέρα των επίσημων αγώνων ήταν
αναγκαίες οι κανονικές εστίες χάντμπωλ και όχι οι πέτρες. Ο προβληματισμός μας
για τις εστίες ήταν έντονος, επειδή
η ξύλινη
κατασκευή που σκεπτόμασταν να
κατασκευάσουμε εγκυμονούσε κινδύνους για τυχόν τραυματισμό των μαθητών
του σχολείου και των μικρότερων μαθητών των δημοτικών σχολείων που έπαιζαν στην
αυλή, όταν το σχολείο δεν λειτουργούσε.
Τον προβληματισμό μας αυτό, μάς τον έλυσε τον
προηγούμενο χρόνο των αγώνων της 13-2-1977 η περίφραξη του δημοτικού πάρκου της
πόλης, η οποία ήταν φτιαγμένη και με σιδερένιους σωλήνες.
Σε μια συζήτηση που έγινε με τους παίκτες-μαθητές
για το πρόβλημα εξεύρεσης εστιών, το ερέθισμα το έδωσε κάποιος, ο οποίος
ενημέρωσε ότι στο πάρκο της πόλης μερικοί σωλήνες ήταν πεσμένοι στο έδαφος.
Αυτοί, όμως δεν ήταν αρκετοί, ώστε να
κατασκευαστούν δυο εστίες (εικόνα 1.8). Έτσι, ο αριθμός τους συμπληρώθηκε με
τους υπόλοιπους σωλήνες που «έπεσαν» από τη θέση τους με τις «γυμναστικές
ασκήσεις» που έκαναν οι μαθητές επάνω τους, καθώς πηγαίναμε περιστασιακά στο
διπλανό γήπεδο ποδοσφαίρου της πόλης για το μάθημα φυσικής αγωγής και για
ποδόσφαιρο.
Η μεταφορά των σωλήνων στο σχολείο έγινε
σταδιακά καταμεσής στον πυκνό σχηματισμό του τμήματος, που ήταν σε εξάδες
όπου κρατούσαν το σωλήνα
δυο-τρεις μαθητές, μέχρι
να μπούμε μέσα στην αυλή του σχολείου με το σχετικό βηματισμό. Τα
δίχτυα, που ήταν απαραίτητα για τους αγώνες της 13-2-1977, ήταν του ποδοσφαίρου
και μας τα δάνεισε ο πρόεδρος της ομάδας «Δόξα» Περδίκκα Περικλής Χονδροματίδης. Αργότερα κατασκευάσαμε δικά μας δίχτυα που
ήταν μόνιμα επάνω στις εστίες και τα πλέξαμε με τους μαθητές με χοντρό νάιλον
σχοινί.
Όμως, για να παιχτεί οποιοδήποτε παιχνίδι
αθλοπαιδιάς είναι απαραίτητη η αντίστοιχή της μπάλα. Έως και το 1976 παίζαμε το
μικτό παιχνίδι σε ολόκληρη την αυλή του σχολείου, αλλά και το σύγχρονο παιχνίδι στο μικρότερο
γήπεδο με 7 παίκτες με μπάλα του βόλεϊ ή του ποδοσφαίρου λίγο ξεφουσκωμένη και
ξυμένη με γυαλόχαρτο, ώστε να μη γλιστρούν.
Στη Θεσσαλονίκη δεν υπήρχαν στην αγορά μπάλες
χάντμπωλ, για να τις προμηθευτούμε, διότι δεν παιζόταν το άθλημα στην πόλη.
Ωστόσο, κανένας μας δε σκέφτηκε τόσα χρόνια την αγορά μπάλας χάντμπωλ από το
Μοναστήρι της Γιουγκοσλαβίας, αν και πολλοί κάτοικοι του Αμυνταίου πήγαιναν
συχνά για ψώνια στην πόλη αυτή. Την ιδέα για την αγορά μπάλας χάντμπωλ μάς την
έδωσε ένας μαθητής (Ν. Μπόνας) που
ήταν και αθλητής στο τμήμα κλασικού αθλητισμού του συλλόγου.
Αφού τού δώσαμε τα αντίστοιχα χρήματα μάς
έφερε δυο μπάλες, από τις οποίες τη μία δωρίσαμε στον Εθνικό Κοζάνης, επειδή οι
προπονήσεις τους γινόταν και εκεί με ξεφουσκωμένη μπάλα του βόλεϊ ή του
ποδοσφαίρου.
Στους αγώνες της 13-2-77 παίξαμε με την μπάλα
που αγοράστηκε από το Μοναστήρι (εικόνα 1.9), μολονότι η επιτροπή ανάπτυξης χειροσφαίρισης
του ΣΕΓΑΣ, μάς έφερε δυο μπάλες - μια για τον Αμύντα και μια άλλη για τον
Εθνικό - οι οποίες δε χρησιμοποιήθηκαν στους αγώνες, επειδή ήταν σκληρές και
δυσκόλευαν τους παίκτες στο πιάσιμο και
το σουτ στην εστία. Η κόλλα που χρησιμοποιείται από τους παίκτες με υπερβολή
σήμερα, ήταν άγνωστη τότε σε εμάς.
Οι κανόνες παιχνιδιού με 7 παίκτες που
στάλθηκαν από την επιτροπή ανάπτυξης χειροσφαίρισης σε όλες τις τοπικές
επιτροπές του Σ.Ε.Γ.Α.Σ. το 1976, αποτέλεσε την αιτία για την αλλαγή του στόχου
που υπήρχε μέχρι τότε στους μαθητές, που ήταν ταυτόχρονα αθλητές στον κλασικό
αθλητισμό και παίκτες στο χάντμπωλ, αλλά και στον συντάκτη ΚΦΑ.
Από την αλλαγή αυτή επωφελήθηκαν αρκετοί
παίκτες, η πόλη, αλλά και ο συντάκτης ΚΦΑ. Μέχρι τότε δίναμε έμφαση στον
κλασικό αθλητισμό, που αποτελούσε κίνητρο για ορισμένους μαθητές-αθλητές για
την πιθανή εισαγωγή τους στην τότε γυμναστική ακαδημία, μέσω του κλιμακίου της
τοπικής επιτροπής Σ.Ε.Γ.Α.Σ και της εθνικής εφήβων ή των σχολικών αγώνων.
H συμμετοχή τους, όμως στην εθνική ομάδα ήταν
πολύ δύσκολη, γιατί απαιτούσε πολύ υψηλές επιδόσεις. Με τον κανονισμό χάντμπωλ,
όμως, που λάβαμε από την επιτροπή ανάπτυξης άλλαζαν τα δεδομένα και τον στόχο
μας, γιατί ήταν πολύ λογικό να δημιουργηθούν πολύ γρήγορα νέες ομάδες χάντμπωλ
και νομοτελειακά να δημιουργηθεί γρήγορα και εθνική ομάδα. Αν επιβεβαιωνόταν η
πρόβλεψή μας αυτή οι μαθητές - παίκτες του σχολείου μας θα πλεονεκτούσαν έναντι
των άλλων παικτών, επειδή είχαν ήδη
υψηλές αποδόσεις στο άθλημα.
Τη σκέψη μας αυτήν την κάναμε γνωστή στους
παίκτες - μαθητές σε μια συγκέντρωση που έγινε σε μια αίθουσα του σχολείου γι’
αυτόν το λόγο και αποφασίσαμε όλοι μαζί να εντατικοποιήσουμε τις προπονήσεις
και να ασχοληθούμε πιο συστηματικά με το άθλημα και με απογευματινές
προπονήσεις.
Για το σκοπό αυτό εντάξαμε το χάντμπωλ στις
μαθητικές κοινότητες και κάθε κοινότητα είχε την ομάδα της, όπως προαναφέρθηκε.
Στις 13-2-1977 η πρώτη ομάδα του σχολείου ήταν ήδη σε υψηλό επίπεδο.
Με αφορμή τους επίσημους αγώνες του τουρνουά
άρχισαν οι παίκτες να υποβάλουν αιτήσεις εγγραφής στον Σ.Ε.Γ.Α.Σ. μέσω του
Αμύντα, για την έκδοση δελτίου αθλητή χάντμπωλ την επόμενη κιόλας ημέρα (εικόνα
1.10). Τα γεγονότα στη συνέχεια μας δικαίωσαν και επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις
μας, αφού αρκετοί παίκτες που συμμετείχαν στο τουρνουά της 13-2-1977 έγιναν
μέλη της εθνικής ομάδας νέων και δεκτοί στη γυμναστική ή την παιδαγωγική
ακαδημία. Στις πρώτες εθνικές ομάδες
νέων, μάλιστα, παίκτης της
ομάδας του Αμύντα (Τζήγας Θ.) διετέλεσε και αρχηγός της, ο οποίος εισήχθηκε με
εξετάσεις στην ακαδημία, αν και είχε τη δυνατότητα να γίνει δεκτός ως αθλητής.
Η πόλη επωφελήθηκε κι αυτή, γιατί έγινε η
γενέθλια πόλη του σύγχρονου χάντμπωλ με 7 παίκτες στην Ελλάδα και είναι γνωστή
στη χώρα μας πλέον και για το χάντμπωλ, το οποίο γιορτάζεται επετειακά στο
κλειστό γυμναστήριό της με αγώνες παλαιμάχων, και όχι μόνο.
Το χάντμπωλ δηλαδή σήμερα δεν ανήκει στο
σχολείο ούτε στον Αμύντα, αλλά πέρασε στην πόλη, την οποία εκπροσωπεί ο Δήμος
της. Ο συντάκτης ΚΦΑ επωφελήθηκε κι
αυτός, γιατί χωρίς να το καταλάβει στην αρχή και να το επιδιώκει στη συνέχεια
μεταπήδησε στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από τη δευτεροβάθμια.
Τη μεταπήδηση αυτή την οφείλει αποκλειστικά
στο χάντμπωλ και ιδιαίτερα στην επιτροπή ανάπτυξης της χειροσφαίρισης του
Σ.Ε.Γ.Α.Σ. που τού έδωσε τη δυνατότητα να ασχοληθεί συστηματικά με το άθλημα ως
προπονητής.
Όμως, η επιτροπή ανάπτυξης χειροσφαίρισης για
τη δημιουργία του αθλήματος δεν
συγκροτήθηκε από μόνη της, αλλά κάποιοι πρωταγωνίστησαν γι’ αυτήν. Το ελάχιστο
που μπορούσαμε να κάνουμε εμείς είναι να καταγράψουμε το ιστορικό της
δημιουργίας του, αποδίδοντας την ανάλογη τιμή. Το παρακάτω κείμενο πάρθηκε αυτούσιο
από το βιβλίο του συντάκτη «Κανόνες Διαιτησίας Χειροσφαίρισης», Θεσσαλονίκη
2003, σελίδα 13.
Η ιδέα για τη δημιουργία του αθλήματος
Είναι κοινά αποδεκτό πως
στη χώρα μας οι ιδέες, αλλά και οι αποφάσεις παίρνονται συνήθως, πίνοντας
ρετσίνα… Η ιδέα για τη δημιουργία του χάντμπωλ δε θα μπορούσε να αποτελέσει
εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα.
Η σκέψη να παιχτεί το χάντμπωλ σαν άθλημα στη
χώρα μας πάρθηκε, βλέποντας τηλεόραση. Το 1976 οι Μ. Μπουφίδης και Γ. Αλικάκος,
βλέποντας τους Ολυμπιακούς αγώνες του Montreal από την τηλεόραση, σκέφτηκαν ότι
μπορούσαν να συνυπάρξουν και άλλα ατομικά ή ομαδικά σπορ στη χώρα μας, πέραν
των κλασικών που ξέρουμε.
Έτσι, ρίχτηκε η πρώτη ιδέα δημιουργίας του
αθλήματος. Οι άνθρωποι αυτοί ύστερα από πολλή συζήτηση, κατέληξαν σε δυο
αθλήματα που ήταν, η τοξοβολία και το χάντμπωλ.
Το δεύτερο επικράτησε στη σκέψη τους, γιατί
το άθλημα αυτό ήταν θεαματικότερο και είχε περισσότερη κίνηση.
Την απόφασή τους τη συζήτησαν με το Δ. Μαγκλάρα -βετεράνο πρωταθλητή στο άλμα σε μήκος- και
ύστερα από πολλές συζητήσεις κατέληξαν στην οδό Πανεπιστημίου 25, στο γραφείο
του Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού (Κ.
Παπαναστασίου).
Ο άνθρωπος αυτός διαδραμάτισε ένα σημαντικότατο
ρόλο στην καθιέρωση του αθλήματος στα πολύ δύσκολα, τότε, χρόνια, όταν το άθλημα
έκανε τα πρώτα του βήματα.
Έτσι, οι τρεις έγιναν τέσσερις, και από ό,τι
φαίνεται έπρεπε να βρεθεί και πέμπτος, γεγονός, που δεν ήταν και τόσο δύσκολο.
Ο πέμπτος, λοιπόν, ήταν ο Γ. Μαρσέλλος,
πρόεδρος τότε στον Σ.Ε.ΓΑ.Σ..
Έτσι, ύστερα από τις τυπικές διαδικασίες
(αίτηση του συλλόγου «Αφοβος» Αθηνών στον Σ.Ε.Γ.Α.Σ. κ.ά), το χάντμπωλ
υφίσταται πλέον ως άθλημα και υπάγεται στη δύναμη του Σ.Ε.Γ.Α.Σ.. Την ευθύνη
εξάπλωσης του αθλήματος αναλαμβάνει μια επιτροπή, που ονομάστηκε «τεχνική
επιτροπή χειροσφαίρισης», η οποία αποτελούνταν από τον …» (τα ονόματά τους
αναφέρθηκαν πρωτύτερα).
Την άνοιξη του 1977
διοργανώθηκε αγώνας χάντμπωλ με 7 παίκτες στο γήπεδο του Πανελληνίου, με τη
συμμετοχή του Πανελληνίου και του Τελαμώνα Σαλαμίνας.
Για τους αγώνες αυτούς κάποια αθλητική εφημερίδα
του κέντρου μεγάλης κυκλοφορίας έγραψε, πως οι πρώτοι αγώνες χάντμπωλ στην
Ελλάδα με 7 παίκτες έγιναν στην Αθήνα στο γήπεδο του Πανελληνίου.
Το γεγονός αυτό μας εξόργισε πολύ βεβαίως,
και για να αποδείξουμε στον αθλητικό συντάκτη της εφημερίδας το λάθος του, αλλά
και να το διορθώσει, στείλαμε στην εφημερίδα ένα πακέτο με όλες σχεδόν τις
φωτογραφίες που είχαμε από τους αγώνες της 13-2-1977.
Για τη συγκεκριμένη περίπτωση ήμασταν τόσο …
έξυπνοι (ο συντάκτης δηλαδή ΚΦΑ), που στείλαμε όλο το ιστορικό μας αρχείο σε
έναν συντάκτη μιας αθλητικής εφημερίδας. Δεν στείλαμε φωτοτυπημένες τις
φωτογραφίες, βεβαίως, γιατί δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη φωτοτυπικά μηχανήματα
στο Αμύνταιο και επιπλέον δεν φροντίσαμε να βγάλουμε αντίγραφα από τα αρνητικά
φιλμ του φωτογράφου της πόλης.
Η επιπολαιότητά μας αυτή δε δικαιολογείται
σήμερα, εξηγείται, όμως, για την εποχή εκείνη, επειδή δεν μας πέρασε καν από το
μυαλό ότι το υλικό αυτό αποτελούσε πολύτιμο ιστορικό υλικό για την πόλη και το
χάντμπωλ.
Όταν συνειδητοποιήσαμε το λάθος μας ύστερα
από μερικά χρόνια, αναζητήσαμε τρόπους αντικατάστασης του φωτογραφικού υλικού,
ο αντικαταστάτης της επιχείρησης που ανέλαβε τη διαχείριση του φωτογραφείου,
όμως, πέταξε στα σκουπίδια το αρχείο που τού άφησε ο προκάτοχός του. Έτσι,
έμεινε στα χέρια μας ελάχιστο φωτογραφικό υλικό, το οποίο και δημοσιεύσαμε είτε
στο βιβλίο «Κανόνες Διαιτησίας Χειροσφαίρισης» είτε σε διπλωματικές εργασίες
των φοιτητών του ΤΕΦΑΑ του ΑΠΘ και είναι προσιτό στους ερευνητές ή τους
ανθρώπους που ασχολούνται με το άθλημα.
Στο χρονικό διάστημα από το
πρώτο επίσημο τουρνουά χάντμπωλ που έγινε στην αυλή του Γυμνασίου, έως και το
τέλος Ιουνίου γινόταν συστηματική προπονητική διαδικασία των παικτών με την ομάδα
του Αμύντα και φιλικοί αγώνες με την ομάδα του Εθνικού Κοζάνης κυρίως, αλλά και
της Φλώρινας.
Στα τέλη Ιουνίου ο συντάκτης ΚΦΑ Αθανάσιος Ζάκας έπαψε να είναι
προπονητής στην ομάδα του Αμύντα, λόγω της μετάθεσής του σε σχολείο της
Θεσσαλονίκης και χρέη προπονητή έκανε από κει και ύστερα ο ΚΦΑ Χρήστος Κοτζαμανίδης.
Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους έγινε στην
Αθήνα το Α΄ πανελλήνιο τουρνουά με όλες τις ομάδες που είχαν δημιουργηθεί στη
χώρα μας με διοργανωτή την επιτροπή ανάπτυξης χειροσφαίρισης. Στο τουρνουά
συμμετείχαν 16 ομάδες (9 του κέντρου και 7 της επαρχίας).
Ο συντάκτης ΚΦΑ στους αγώνες αυτούς ήταν
συνοδός απλά της ομάδας του Αμύντα στα τρία πρώτα παιχνίδια του και προσωρινά
προπονητής μόνο στο τέταρτο
παιχνίδι για τη θέση 3-4 που έγινε με
τον Πανελλήνιο.
Ο
Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού και πρόεδρος του Πανελληνίου Κ.
Παπαναστασίου παρακολούθησε μέσα στο γήπεδο μόνον το δεύτερο ημίχρονο του
παιχνιδιού. Ένα μεγάλο μέρος του πρώτου
ημιχρόνου το έβλεπε από την τηλεόραση στο γραφείο του διευθυντή του
γυμναστηρίου. Οι υπεύθυνοι της διοργάνωσης περίμεναν να ανακάμψει ο Πανελλήνιος
στο πρώτο ημίχρονο, για να τον οδηγήσουν στο χώρο των επισήμων, γιατί ο Αμύντας
προηγείτο στο σκορ.
Αυτό συνέβη επειδή ο Αμύντας, ενώ κατέβηκε
στους αγώνες ως φαβορί της διοργάνωσης από τα αποτελέσματα των φιλικών του
αγώνων, δεν βρισκόταν στην καλύτερη κατάσταση στα παιχνίδια που προηγήθηκαν κι
έτσι όλοι περίμεναν νικητή τον
Πανελλήνιο. Η φωτογραφία (εικόνα 1.11)
είναι έξω από το κλειστό γήπεδο της Γλυφάδας, πριν την πρωινή προπόνηση για το
παιχνίδι με τον Πανελλήνιο.
Τα δρώμενα στο χάντμπωλ που διαδραματίστηκαν
στο Αμύνταιο είναι περίπου γνωστά και έχουν σχεδόν καταγραφεί.
Υπήρχαν, όμως και άγνωστες πτυχές που δεν
ήταν γνώριμες στους ανθρώπους του αθλήματος, αλλά ούτε και στους παίκτες.
Πολλά δρώμενα έγιναν γνωστά εδώ και αρκετά
χρόνια στο ευρύ κοινό από το Νίκο
Σωτηρίου -το δημοσιογράφο φίλο μας- που συνέβαλε αποτελεσματικότατα στη
διάδοση και την καθιέρωση του αθλήματος στα πρώτα δίσεκτα χρόνια, μαζί με το
φίλο του αείμνηστο δημοσιογράφο Ν.
Βελισσαράτο.
Πάνω από 30 χρόνια στις αρχές κάθε Φλεβάρη
χτυπούσε το τηλέφωνό μου και μού ζητούσε επίμονα να θυμηθώ ορισμένα γεγονότα
από το άθλημα εκείνης της περιόδου. Τη χρονιά αυτή, όμως, δε χτύπησε το
τηλέφωνο, αν και περίμενα επίμονα… Να ’σαι
καλά ΝΙΚΟΛΑ εκεί ψηλά που είσαι. Να ’ναι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει.
Εδώ κάτω ήμασταν πολλοί που σε στεναχωρήσαμε.
Τα
δρώμενα του χάντμπωλ της περιοχής και τα παραλειπόμενά του -που τόσο πολύ
ήθελες να ακούς- αφιερώνονται στη μνήμη σου.
Αθανάσιος Ζάκας
πρώην καθηγητής φυσικής αγωγής
και νυν Ομότιμος καθηγητής ΤΕΦΑΑ, ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η εποικοδομητική κριτική και οι εναλλακτικές προτάσεις - απόψεις είναι απαραίτητες και ευπρόσδεκτες, ειδικά όταν το ζητούμενο είναι η ανταλλαγή ιδεών.
Τα σχόλια εκφράζουν τις απόψεις των αποστολέων τους και η ευθύνη (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.
Κάθε υβριστικό, προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο, θα διαγράφεται όποτε εντοπίζεται από την ομάδα διαχείρισης.
Ευχαριστούμε για τη συμμετοχή σου.